Έχει δημιουργήσει μερικές από τις πιο ξεχωριστές μοτοσικλέτες παραγωγής κατά την θητεία του στην Ducati. Αισθητικά πολύ μπροστά από την εποχή του, η δουλειά του δεν τύχαινε πάντα της καλύτερης αποδοχής.
H συνεργασία του Terblanche με την Ducati, ξεκινά, όταν η Ducati ανήκε ακόμα στους Castiglioni. Υπό την επίβλεψη του "μαέστρου" στην σχεδίαση, Massimo Tamburini, o νεαρός τότε Terblanche δοκιμάζει τις δυνατότητες του, δημιουργώντας σχεδιαστικές παραλλαγές στις ήδη υπάρχουσες μοτοσικλέτες της Ducati.
Ένα από αυτά τα project, το ήταν και το Supermono, το αγωνιστικό μονοκύλινδρο των Ιταλών, που κατασκευάστηκε σε 65 μόλις κομμάτια. Αυτή ήταν και η πρώτη μοτοσικλέτα του Terblanche που -έστω και σε πολύ μικρή κλίμακα- πέρασε από το σχεδιαστήριο στην παραγωγή. To Supermono προκάλεσε μεγάλη αίσθηση, όχι μόνο γιατί ήταν ένα μονοκύλινδρο αγωνιστικό Ducati αλλά κυρίως για την σχεδίαση του.
Έχοντας λοιπόν ήδη ένα πολύ καλό credit, ο Terblanche έγινε το "πουλέν" στα σχεδιαστήρια της Ducati η οποία ως ιταλική εταιρεία, έδινε φυσικά πολύ μεγάλο βάρος στην σχεδίαση. Όταν λοιπόν η Ducati άλλαξε ιδιοκτησιακό καθεστώς το 1996, ο Massimo Tamburini παρέμεινε με τους Castiglioni και την Cagiva (και MV Agusta) ενώ ο Terblanche, ανέλαβα τα ηνία του σχεδιαστικού τμήματος της Ducati. Στη νέα της εποχή, η Μπολονέζικη εταιρεία ήθελε να υπογραμμίσει και να επικοινωνήσει την αλλαγή σελίδας στην ιστορία της και φορέας αυτού του μηνύματος, έπρεπε να είναι και το design. Τι καλύτερο λοιπόν από έναν φέρελπι νέο σχεδιαστή για να το επιτύχει αυτό;
Πρώτο δείγμα δουλειάς του Terblanche, ήταν το MH900e, μια περιορισμένης παραγωγής μοτοσικλέτα με πολύ τολμηρή σχεδίαση που δεν θύμιζε τίποτα άλλο. Όντας περισσότερο μια σχεδιαστική άσκηση και ένα μοντέλο με συλλεκτική αξία, ο περισσότερος κόσμος το εξέλαβε ως μια υπερβολική κίνηση εντυπωσιασμού και όχι ως δήλωση για τη νέα πορεία του design στην Ducati.
Ήταν λοιπόν το 999, η δεύτερη μοτοσικλέτα του Terblanche, που δίχασε το μοτοσικλετιστικό κοινό, με πολλούς να εκφράζουν παράπονα. Όλοι περίμεναν με προσμονή την διάδοχο της 916 (998), της μοτοσικλέτας που αποτελεί σχεδιαστικό τοτέμ και ο Terblanche αντι του να το εξελίξει, έκοψε κάθε σχεδιαστικό δεσμό, δημιουργώντας μια εντελώς καινούργια πρόταση. Ακόμα και αν κρίνει κανείς την 999 μεμονωμένα, χωρίς τις 916 αναφορές, ήταν ένα πολύ προχωρημένο σχεδιαστικά μοντέλο που σου έπαιρνε χρόνο για να το συνηθίσεις και το αποδεχτείς.
Στην Ducati δέχονται το πρώτο πλήγμα, καθότι παρά το γεγονός ότι η μοτοσικλέτα είναι παρά πολύ καλή σε συμπεριφορά και επιδόσεις, οι πωλήσεις δεν είναι οι αναμενόμενες λόγω της σχεδίασης. Η δεύτερη απογοήτευση θα έρθει από το Multistrada, την μοτοσικλέτα με την οποία η Ducati για πρώτη φορά στη νεότερη ιστορία της, θα παρεκκλίνει του αυστηρά sport προσανατολισμού της. Η σχεδίαση είναι για ακόμα μια φορά εκκεντρική, στα όρια του προκλητικού. Δεν έχει υπάρξει μοτοσικλέτα ευρείας παραγωγής με πιο τολμηρό design και ο κόσμος για άλλη μια φορά δείχνει επιφυλακτικός, παρά το ότι η μοτοσικλέτα είναι εκπληκτική στο δρόμο. Tο ίδιο συνέβαινε και με την σχεδίαση της σειρά των SS τα οποία ήταν παρά πολύ υπερβολικά σχεδιαστικά για τον χαρακτήρα τους, ενώ οι μοναδικές περίπτωσεις που ο Terblanche ήταν πιο μετριοπαθής, αποφεύγοντας τις κορώνες, ήταν το ST3, η σειρά των Sport Classic και το Hypermotard.
Ωστόσο στην Ducati θεωρούν -και μάλλον είχαν δίκιο- ότι οι δύο σημαντικότερες μοτοσικλέτες στην γκάμα τους εκείνη την εποχή, η 999 και το Mutlistrada, "χαντακώθηκαν" εμπορικά, λόγω της σχεδιάσης τoυ Τerblanche. Έτσι το 2007, αναπόφευκτα οι δρόμοι τους χωρίζουν.
Ο Pierre Terblanche, έχει καταγραφεί στην ιστορία ως ο πιο τολμηρός σχεδιαστής. Μοτοσικλέτες όπως το Supermono, το Cagiva Canyon και τα Sport Classic της Ducati, απόδειξαν ότι ο άνθρωπος αυτός είχε τεράστιες δυνατότητες ως σχεδιαστής αλλά πολλές φορές , ίσως λόγω άνωθεν εντολών και κακής συνεννόησης, έρεπε προς την υπερβολή δημιουργώντας μοτοσικλέτες που προηγούνταν σχεδιαστικά της εποχής τους.