Την πρώτη φορά που πήγα να οδηγήσω GS Adventure, πριν πολλά χρόνια, με είχε κόψει κρύος ιδρώτας! Τώρα πλέον ξέρω. Ξέρω ότι παρά το massive παρουσιαστικό που θαρρείς ότι καμπυλώνει τον χωροχρόνο, το ζύγισμα είναι άψογο και η αίσθηση “αέρινη”, αναλογικά με τον όγκο του πάντα. Το Triple Black, δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτό, το ξεπαρακάρεις σβηστό με την όπισθεν, κάνοντας κουπί σε reverse με τις μύτες των ποδιών. Το ισορροπείς σε στάση, δικάβαλο, με το ένα πόδι κάτω. Μπαίνεις στην πόλη και ξαφνικά πιάνεις τον εαυτό σου περικυκλωμένο από πυκνή κίνηση και όχι μόνο δεν καταρρέεις από κρίση πανικού αλλά το διασκεδάζει κιόλας, ειδικά με τις αντιδράσεις όσων αντικρίζουν ένα αεροπλανοφόρο σε δύο ρόδες να «χορεύει». Ναι, το R 1200 GS Adventure Triple Black είναι πανεύκολο στη οδήγηση, εντυπωσιακά πανεύκολο για την ακρίβεια... με πλήρη επίγνωση του τι γράφω, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα στον να χρησιμοποιείται καθημερινά για αστικές μετακινήσεις! Το φέρνεις και στα μέτρα σου άμα θες, αναλόγως τα κέφια σου, ρυθμίζοντας αναρτήσεις και απόδοση κινητήρα.
“Ακούει” άμεσα, όταν πειράζεις τα κουμπάκια και μπορεί να μεταμορφωθεί από καναπέ με ρόδες και crème de la crème απόδοση κινητήρα, σε “κάντε στην άκρη να περάσω!” (θα κάνουν, trust me...) αφηνιασμένο ταύρο. Ευέλικτο ταύρο. Τώρα σε ότι αφορά στην απόδοση του κινητήρα,με τα “μόλις” 125 άλογα, ο ταύρος ρίχνει και κουτουλιές αν τον απελευθερώσεις απ΄όλα τα e-συστήματα του. Ακαριαία απόκριση, σούζες και πάντες, με την μοτοσικλέτα να μεταμορφώνεται σε χουλιγκάνι. Αλλά όσο και αν εντυπωσιάζει μέσα στην πόλη, το Triple Black, έχει φτιαχτεί για άλλη χρήση.
Πώς γίνεται κάθε μα κάθε φορά που οδηγώ ένα μεγάλο BMW, να φεύγω για ταξίδι, δεν το ξέρω. Δεν το προγραμματίζω, δεν το επιβάλλω στον εαυτό μου, απλά συμβαίνει. Ίσως υποσυνείδητα. Να `μαι, λοιπόν, μετά της συμβίας πάνω στην μηχανή, με κατεύθυνση την Πελοπόννησο.Που; Όπου, δεν έχει σημασία. Στην Αττική Οδό, “κυρία”, γατί οι κάμερες καταγράφουν και πέφτουν τα πρόστιμα βροχή. Τα 120 χλμ. σταθερά με αυτή την μοτοσικλέτα είναι επικίνδυνα! Ναι, καλά διαβάσατε επικίνδυνα, καθότι είναι τέτοια η προστασία, η ποιότητα κύλισης και η ηρεμία πνεύματος, που μπορεί πολύ εύκολα να αποσπαστεί η προσοχή σου. Επίτηδες κατέβασα μέσω της πολύ βολικής “πεταλούδας” της ζελατίνας στην κάτω θέση, να με χτυπάει λίγο αέρας να μην ξεχνιέμαι ότι οδηγώ μοτοσικλέτα. Πολύ σύντομα βρισκόμαστε Ολυμπία Οδό και μετά στον γνωστό Κορίνθου – Τριπόλεως. Ταχύτητα ταξιδιού, σταθερά πολύ πάνω από τα 120 της βαρεμάρας και το Triple Black μας λέει το τραγούδι του.
Το telelever μπορεί να σου δίνει ένα διαφορετικό feedback σε σχέση με τα τηλεσκοπικά πιρούνια αλλά δεν σου δημιουργεί ανασφάλεια σε καμία περίπτωση. Στρίβεις, όπως έρχεσαι στις παρατεταμένες και η μοτοσικλέτα είναι καρφωμένη στην τροχιά που της ορίζεις. Κουνήματα, ταλαντώσεις, πλεύσεις και τέτοια είναι άγνωστες λέξεις. Η ισχύς του κινητήρα είναι επαρκέστατη για να κρατά τις 200άρες στις ανωφέρειες χωρίς πρόβλημα, ενώ αρκεί ένα χάδι στα φρένα για να επιβραδύνει όλος αυτό ο όγκος και το βάρος, αποτελεσματικά, πειστικά και πάνω απ όλα, έχοντας αίσθηση στα ακροδάχτυλα σου. Με μέση ωριαία (οκ, μετά την Αττική Οδό) αρκετά ψηλή, φτάνουμε σε χρόνο dt στο Nαύπλιο, ατσαλάκωτοι και “φρέσκοι”. Αισθάνομαι λες και έκανα την διαδρομή από Αθήνα εικονικά, με VR Headset. Μια που έκλεισα την εξώπορτα στο σπίτι και μια που βλέπω το Μπούρτζι και πίνω καφέ, η ενδιάμεση απόσταση, δεν υπήρξε ποτέ! Ξανά πάνω στη μηχανή και δρόμο για πιο κάτω, προορισμός Λεωνίδιο. Μετά το Άστρος ο δρόμος είναι “superb”: Hard επιλογή και αναβάτης & συνεπιβάτης στις αναρτήσεις, “Dynamic” η επιλογή στον κινητήρα. 10 δευτερόλεπτα ρυθμίσεων εν κινήσει, αρκούν για να μεταμορφωθεί ο χαρακτήρας της μοτοσικλέτας. Το γκάζι έχει πλέον απόκριση “in your face” και οι αναρτήσεις ρυθμίζονται σε real time χρόνο, αναλύοντας ένα κάρο συνισταμένες σε χρόνο dt.
H ελαφριά αίσθηση παραμένει, το GS χώνει το ρύγχος του αδιάκριτα και με μεγάλη προθυμία στις στροφές, το πλαγιάζεις όσο θες και βγαίνει στη έξοδο επιταχύνοντας τσαμπουκαλεμένα προς την επόμενη καμπή. Ακόμα και σε αυτή την χρήση, δεν σε αγχώνει καθόλου, δεν σου ζητά να μοχθήσεις για να το κουμαντάρεις, όλα γίνονται εύκολα και απλά! Φυσικά ένα μεγάλο μέρος αυτής της ιδιότητας του GS, οφείλεται στα ηλεκτρονικά του, που δουλεύουν αθόρυβα στο παρασκήνιο, προλαμβάνοντας καταστάσεις που θα μπορούσαν να εξελιχθούν άσχημα. “Idiot proof” δεν είναι, με την έννοια ότι δεν έχει τον άπεφτο ό,τι βλακεία και αν του κάνεις, απλά “φιλτράρει” και “κόβει” πράγματα που θα σου χαλούσαν την διασκέδαση και τα γούστα. Επιστροφή το βράδυ στο σπίτι. Κοιτάω στον χάρτη την διαδρομή που κάναμε. Δεν είναι λίγα χιλιόμετρα για μια ημέρα. Κοιτάω στο κενό με απορία... “γιατί είμαι τόσο ξεκούραστος;”