Η θέση οδήγησης του CL500 τοποθετεί τον αναβάτη σε όρθια στάση για να μπορεί να οδηγήσει σε κάθε περιβάλλον, με το τιμόνι να βρίσκεται ψηλά χωρίς όμως να ¨τεντώνει¨ τα χέρια αφού δεν είναι ιδιαίτερα φαρδύ. Η ίσια σέλα είναι ευρύχωρη και χαμηλή (790χιλ από το έδαφος) επιτρέποντας να πατάς με μεγάλη ευκολία στο έδαφος, αλλά παράλληλα και αρκετά σκληρή για πολύωρη χρήση, αφού ένα παχύ αφρώδες θα ήταν μεν πιο άνετο θα έδειχνε όμως παράταιρο σε μια scrambler μοτοσυκλέτα. Ούτως ή άλλως η συγκεκριμένη κατηγορία δεν ενδείκνυται για μεγάλα ταξίδια και αν εσύ μπορείς να κάνεις ορισμένες παραχωρήσεις δεν είναι σίγουρο ότι θα κάνει και ο συνεπιβάτης σου, καθώς η θέση των πίσω μαρσπιέ λυγίζει αρκετά τα γόνατα του.
Ο πίνακας οργάνων δεν θα μπορούσε παρά να είναι στρογγυλός και ψηφιακός, αφού τα αναλογικά όργανα τείνουν προς εξαφάνιση ακόμη και στις πιο κλασικές μοτοσυκλέτες. Έτσι συναντάμε μια LCD οθόνη -με μέτρια αντίθεση που κάνει δύσκολη την ανάγνωσή της κάτω από τον ήλιο- η οποία προσφέρει τις απολύτως απαραίτητες ενδείξεις όπως ταχύμετρο, δείκτη βενζίνης, ένδειξη επιλεγμένης σχέσης, χιλιομετρητή και ρολόι, με το στροφόμετρο να απουσιάζει. Οι διακόπτες είναι απλοί στη λειτουργία τους με τη γνωστή πλέον διάταξη της Honda (η κόρνα πάνω από τα φλας) και συνηθίζονται γρήγορα σε αντίθεση με το κλείδωμα της μοτοσυκλέτας. Στην αριστερή πλευρά βρίσκεται η κλειδαριά για το σύστημα ανάφλεξης και στη δεξιά η αντίστοιχη για το κλείδωμα του τιμονιού, μια λύση που αποπνέει ρετρό αύρα, στερώντας όμως πόντους από την πρακτικότητα.