H ανοδική πορεία της Derbi, μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί. Η εξαγορά της από την Piaggio το 2001, της απέφερε το κεφάλαιο που χρειαζόταν για να αναπτυχθεί σε όλους τους τομείς και να είναι σε θέση να επαναλάβει τις αγωνιστικές και εμπορικές επιτυχίες της.
Αν το 2001 η Derbi δεν είχε αγοραστεί από την Ρiaggio, ίσως να μην διαβάζατε ποτέ αυτό το κείμενο. Ομως, όχι μόνο την αγόρασε, αλλά της επέτρεψε να συνεχίσει την εξέλιξη και την κατασκευή των μοτοσικλετών της ανεπηρέαστη, χωρίς ούτε μία στιγμή να ανακατευτεί ή να επιβάλλει τη δική της πολιτική. Αντί δηλαδή να προχωρήσει στη συγχώνευση των δύο εταιρειών, η Piaggio προτίμησε να αφήσει την Derbi να ασχοληθεί πιο πολύ με τις μοτοσικλέτες. Μην ξεχνάμε ότι η Derbi έχει μια τεράστια αγωνιστική εμπειρία, όπως μαρτυρούν, αν μη τι άλλο, οι 18 παγκόσμιοι τίτλοι που έχει κατακτήσει στη μακρόχρονη ιστορία της. Μάλιστα, αυτό από μόνο του ήταν ένας καλός λόγος να επιτρέψει η Piaggio τη λειτουργία της σαν ανεξάρτητο εργοστάσιο… με τις ευλογίες και τα λεφτά της! Τα πρώτα δείγματα αυτής της συνεργασίας έκαναν την εμφάνιση τους δύο χρόνια αργότερα, όταν η Derbi παρουσίασε τα Senda με τετράχρονο, κινητήρα, σε εκδόσεις enduro και supermotard και ακολούθησε η παρουσίαση του ανανεωμένου GPR 50, που διακρίθηκε για τη μοναδική αισθητική και τις εκπληκτικές επιδόσεις του για την κατηγορία του. Φέτος, στην έκθεση του Mονάχου, η Derbi εμφανίστηκε με ένα scrambler με κινητήρα 660 κ.εκ., καθώς και με το μεγάλο GPR 125 κ.εκ., δύο μοντέλα που φανερώνουν τις διαθέσεις της να μπει στο χώρο των μεγάλων μοτοσικλετών. Σε όλα αυτά, να προσθέσουμε και την επιτυχημένη συμμετοχή της ισπανικής εταιρείας στο παγκόσμιο πρωτάθλημα ταχύτητας, στην κατηγορία των 125 κ.εκ., απ’ όπου είναι εμπνευσμένα και τα νέα μοντέλα της Derbi, GPR 125 και Νude 125, τα οποία και οδηγήσαμε, στην παρουσίαση που έγινε στην Βαρκελώνη.
Γεννημένο στους αγώνες
Με το GPR 50, η ισπανική εταιρεία μπήκε δυναμικά στο χώρο των νέων μοτοσικλετών δρόμου. Το μικρό GPR, που παρουσιάστηκε πέρυσι, άφησε άφωνους τους πάντες με τη μοντέρνα και επιθετική αισθητική του, την τεχνολογική του υπεροχή και τις επιδόσεις του. Σε όλα αυτά προσθέστε και το GPR 50 Nude, που στην έκθεση του Παρισιού το 2003 απέσπασε το βραβείου σχεδιασμού. Από τη μία, το GPR των 50 κ.εκ., από την άλλη, η πολύ καλή πορεία της Derbi στην κατηγορία των 125 κ.εκ., ήταν οι καλύτεροι οιωνοί για την κατασκευή του GPR 125. Τo νέο μοντέλο αποτελεί την "ενσάρκωση" των αγωνιστικών γονιδίων της εταιρείας σε μία μοτοσικλέτα δρόμου. Οπως το 50, έτσι και το 125, διαθέτει επιθετική αισθητική, δυνατό κινητήρα και τεχνολογία που ταιριάζει απόλυτα στο χαρακτήρα του, χωρίς να είναι εξωπραγματική όπως στην περίπτωση του GPR 50. Ο δίχρονος, μονοκύλινδρος κινητήρας του έχει διαστάσεις 56x50,68 και 124,76 κ.εκ., είναι υδρόψυκτος, φέρει ηλεκτρονική ανάφλεξη C.D.I., ενώ η τροφοδοσία του επιτυγχάνεται με καρμπιρατέρ Mikuni 28 χιλ. από το ρεζερβουάρ των 13 λίτρων. Η συμπίεσή του βρίσκεται στο 12,5:1 και για την εκκίνησή του χρησιμοποιείται μόνο μίζα. Η ιπποδύναμη και η ροπή του δεν ανακοινώνονται στο presskit της μοτοσικλέτας, όμως, σύμφωνα με τους τεχνικούς, βρίσκεται στους 15 ίππους, που με την προσθήκη μιας απλής ασφάλειας που τοποθετείται σε ένα φις κάτω από τη σέλα, μπορεί να φτάσει ακόμα και τους 22 ίππους.
Σημειώνουμε δε, οτι το κιβώτιό του διαθέτει έξι σχέσεις. Το πλαίσιο εντυπωσιάζει και εδώ με τις διαστάσεις του. Ενώ στην παρουσίαση του GPR 50 οι τεχνικοί της εταιρείας είχαν αναφέρει ότι το πλαίσιό του προοριζόταν και για το μοντέλο των 125 κ.εκ., στην παρουσίαση του GPR 125 δήλωσαν ότι το αλουμινένιο περιμετρικό πλαίσιο που φέρει, βασίζεται ναι μεν σε εκείνο του 50, χωρίς όμως να είναι το ίδιο.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι για την κατασκευή του έχει βάλει το χεράκι του και το αγωνιστικό τμήμα. Ιδιο παραμένει το πιρούνι των 40 χιλ. με διαδρομή 120 χιλ., το οποίο διαθέτει δίσκο 300 χιλ. και διπίστονη δαγκάνα με ακτινική στήριξη. Αλουμινένιο είναι και το ψαλίδι που διαθέτει ανάρτηση τοποθετημένη στη γέφυρα του ψαλιδιού, χωρίς μοχλισμό. Το πίσω φρένο αποτελείται από δίσκο 180 χιλ. με διπίστονη δαγκάνα.
Οδηγική σχολή
Το GPR 125 έχει μεγαλύτερες διαστάσεις από το 50, που όμως δεν γίνονται εμφανείς με την πρώτη ματιά. Ανεβαίνοντας στη σέλα του, ωστόσο, διαπιστώνεις άμεσα ότι είναι μακρύτερο, κάτι που φαίνεται και από τα νούμερα του presskit. Η σέλα του ακολουθεί αγωνιστικά πρότυπα και διαθέτει λίγο και σκληρό αφρώδες υλικό, ενώ έκπληξη προκαλεί η κλειδαριά που βρίσκεται επάνω στη σέλα, κάνοντάς σε να αναρωτιέσαι πού θα καθίσεις (καμία σχέση, όμως, καθώς βρίσκεται σε σημείο που δεν χρησιμοποιείται). Οι μικρές διαστάσεις της σέλας επιτρέπουν την εύκολη μετατόπιση του σώματος του αναβάτη πάνω σε αυτήν, αν και γλιστράει λίγο. Το μεγαλύτερο μήκος της μοτοσικλέτας θέτει πιο πίσω τον κορμό του οδηγού σε σχέση με το τιμόνι, κάτι που συνεπάγεται ότι θα πρέπει να σκύψει μπροστά, επιβαρύνοντας κατά συνέπεια τους καρπούς του. Ο κινητήρας του διαθέτει ικανοποιητική δύναμη, την οποία όμως αποδίδει στο υψηλό φάσμα των στροφών. Αυτό γίνεται αντιληπτό από την πρώτη στιγμή, καθώς χρειάζεται παρατεταμένη χρήση του συμπλέκτη για να ξεκινήσει από στάση. Η θέση οδήγησης παρέχει πολύ καλό έλεγχο της μοτοσικλέτας, όμως, όπως αναφέρθηκε, θα κουράσει τα χέρια του οδηγού μετά από σύντομο χρονικό διάστημα. Τα πόδια του, από την άλλη, βρίσκονται τοποθετημένα σε μεγάλες γωνίες, όπως προστάζει ο χαρακτήρας της μοτοσικλέτας.
Η ορεινή διαδρομή που είχαν επιλέξει οι άνθρωποι της Derbi ήταν καταπληκτική, τόσο από πλευράς φυσικής ομορφιάς όσο και από πλευράς ποιότητας ασφάλτου. Το GPR έδειχνε να βρίσκεται στο φυσικό του περιβάλλον, αφού σε καμία περίπτωση δεν ζορίστηκε ούτε δυσανασχέτησε, όντας κατάλληλα στημένο για γρήγορη οδήγηση. Η ωφέλιμη περιοχή του κινητήρα βρίσκεται πάνω από τις 6.000 σ.α.λ. και ενώ η βελόνα του στροφομέτρου ανεβαίνει, ο οδηγός έχει στη διάθεσή του όλο και πιο ικανοποιητικά ποσοστά δύναμης να εκμεταλλευτεί. Το θηριώδες πλαίσιο φροντίζει για την άριστη και απροβλημάτιστη οδική του συμπεριφορά και εξαφανίζει τις όποιες ταλαντώσεις εμφανιστούν, ενώ πολύ καλά συμπεριφέρεται και στις απότομες αλλαγές κλίσης. Οι αναρτήσεις του, αν και έδειχναν σκληρές στα λίγα χιλιόμετρα, αποδείχθηκαν ιδανικές στη γρήγορη οδήγηση και σε καμία περίπτωση δεν φάνηκαν να τερματίζουν ή να ζορίζονται, ακόμα και σε απότομο φρενάρισμα. Εξαιρετικά απέδιδαν και τα φρένα, έχοντας μεγάλη δύναμη και προοδευτικότητα, αλλά και αρκετά καλή αίσθηση. Μάλιστα, σε κανένα σημείο της διαδρομής δεν ξάφνιασαν με τις επιδόσεις τους… παρά μόνο ευχάριστα.
Γυμνός πειρασμός
Μαζί με την παρουσίαση του GPR, μας περίμενε μία ακόμη ευχάριστη έκπληξη. Το Nude που είχαμε δει σε έκδοση 50 κ.εκ. και που είχε κερδίσει βραβείο σχεδιασμού στο περσινό σαλόνι του Παρισιού, ήταν στη διάθεσή μας για να το οδηγήσουμε και να το απολαύσουμε στην ορεινή διαδρομή που είχε επιλεγεί από τους ανθρώπους της Derbi. Το Nude μοιράζεται ίδιο κινητήρα, πλαίσιο, αναρτήσεις και φρένα με το GPR, όμως, διαφέρει αισθητά από αυτό, αφού έχει διαφορετική θέση οδήγησης που προέρχεται από το φαρδύτερο και ψηλότερο τιμόνι. Ο κινητήρας του έχει την ίδια απόδοση και μπορεί να μεταβληθεί η ιπποδύναμή του με τον ίδιο τρόπο: με την προσθαφαίρεση μιας ασφάλειας. Το Nude αποδείχθηκε πιο ξεκούραστο και πιο διασκεδαστικό, χάρη στο ψηλό τιμόνι του που τοποθετεί τον οδηγό σε όρθια θέση, ενώ στη γρήγορη οδήγηση παρέχει ικανοποιητικούς μοχλούς και κατ' επέκταση καλύτερο χειρισμό της μοτοσικλέτας. Η μέγιστη ταχύτητα που είδαμε στο κοντέρ των δύο νέων μοντέλων, δεν ξεπέρασε τα 125 χλμ./ώρα, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούν να επιτύχουν μεγαλύτερη τελική. Από τη μία, το GPR τα κατάφερε καλύτερα και πιο εύκολα λόγω της ύπαρξης του φέρινγκ, από την άλλη, όμως, το Nude αποδείχθηκε πιο χρηστικό, πιο ξεκούραστο, αλλά και πιο διασκεδαστικό κατά την οδήγηση. Ως γνωστόν, η ομορφιά είναι υποκειμενική, αλλά εγώ θα το πω: το Nude μου άρεσε περισσότερο αισθητικά και σίγουρα το οδηγικό κομμάτι δεν συνέβαλε καθόλου σε αυτό. Η απλότητα που χαρακτηρίζει το σύνολο, με τους διπλούς προβολείς, το μικρό "μπικίνι" πάνω από αυτούς, την καρίνα και το εκτεθειμένο μπροστινό, μαζί με το ψυγείο, δίνουν έναν πιο επιθετικό χαρακτήρα στη μοτοσικλέτα, που με εντυπωσίασε… τι να κάνεις, γούστα είναι αυτά! Η συμπεριφορά του στο δρόμο δεν διαφέρει σημαντικά από του GPR, απλά ο αναβάτης έχει μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, που του επιτρέπει να έχει καλύτερη αίσθηση της μοτοσικλέτας για περισσότερα "παιχνίδια", καθώς και καλύτερο οπτικό πεδίο. Το πλαίσιο, οι αναρτήσεις και τα φρένα δείχνουν πρόθυμα να υποστηρίξουν αυτού του είδους τα "παιχνίδια".