Είναι γνωστό σε όλους ότι ανάμεσα σε δύο επιφάνειες που συνεργάζονται αναπτύσσεται τριβή. Ο λόγος είναι ότι οι επιφάνειες δε μπορούν ποτέ να είναι τελείως λείες.
Το αποτέλεσμα της τριβής είναι η φθορά των επιφανειών και η ανάπτυξη θερμότητας. Όλα τα παραπάνω αποφεύγονται με την παρεμβολή ενός λιπαντικού μέσου ανάμεσα στις επιφάνειες. Αυτό δημιουργεί ένα στρώμα, το οποίο δεν αφήνει τις συνεργαζόμενες επιφάνειες να έρθουν σε άμεση επαφή μεταξύ τους.
Ένας τετράχρονος κινητήρας μοτοσικλέτας (4Τ) αποτελείται από ένα πλήθος συνεργαζόμενων μερών, τα οποία απαιτούν λίπανση, δηλαδή την απαραίτητη ύπαρξη λιπαντικού ανάμεσα στις συνεργαζόμενες επιφάνειες, με οποιοδήποτε τρόπο κι αν συνεργάζονται αυτές. Κυλιόμενες επιφάνειες (π.χ. ρουλεμάν), τριβόμενες επιφάνειες (π.χ. κουζινέτα) ή επιφάνειες που συνεργάζονται μέσω πίεσης (π.χ. γρανάζια), έχουν ανάγκη λίπανσης, έστω και με διαφορετικές συνθήκες. Έτσι, στα ρουλεμάν και στα γρανάζια αρκεί απλώς η ύπαρξη λιπαντικού στις επιφάνειές τους, το οποίο μπορεί να φτάσει εκεί εκτοξευόμενο (ράντισμα) από κάποιο άλλο σημείο του κινητήρα. Αντίθετα, σε ένα κουζινέτο απαιτείται συνεχής ροή του λιπαντικού υπό πίεση για να υπάρξει σωστή λίπανση.
Το σύστημα λίπανσης ενός κινητήρα μοτοσικλέτας αποτελείται από ένα πλήθος διόδων, μέσω των οποίων κινείται το λιπαντικό προς τα σημεία που απαιτούν λίπανση. Την κίνηση αυτή αναλαμβάνει η αντλία, η οποία τραβάει το λιπαντικό από το χώρο που αυτό φιλοξενείται (κάρτερ) και το σπρώχνει με πίεση να κινηθείς στις διόδους. Αφού το λιπαντικό περάσει από όλα τα σημεία του κινητήρα που απαιτούν λίπανση, επιστρέφει, συνήθως λόγω βαρύτητας, στο κάρτερ ώστε να ξανατραβήξει η αντλία. Δηλαδή υπάρχει μια συνεχής ανακύκλωση της ίδιας ποσότητας λιπαντικού.
Η αντλία λαδιού παίρνει κίνηση από το στροφαλοφόρο άξονα. Η παροχή της είναι υπολογισμένη έτσι, ώστε να υπάρχει η ελάχιστη επιτρεπτή πίεση λαδιού στο κύκλωμα όταν ο κινητήρας περιστρέφεται με τις ελάχιστες στροφές που μπορεί να περιστραφεί, δηλαδή στο ρελαντί. Για αυτό το λόγο πρέπει το ρελαντί να είναι σύμφωνα με τις προδιαγραφές του κατασκευαστή και όχι χαμηλότερο.
Η παροχή της αντλίας, όμως, αυξάνεται με την αύξηση των στροφών και, κατ’ επέκταση, αυξάνεται και η πίεση στο κύκλωμα. Αυτό είναι επιθυμητό μέχρι ένα σημείο, υπερβολική αύξηση της πίεσης, όμως, που συμβαίνει όταν οι στροφές του κινητήρα αυξηθούν αρκετά, θα έχει αρνητικές συνέπειες, όπως διαρροές ή και καταστροφή κάποιου εξαρτήματος.
Για αυτό το λόγο υπάρχει στο κύκλωμα, αμέσως μετά την αντλία, μια βαλβίδα ανακούφισης, η οποία επιτρέπει την αύξηση της πίεσης μέχρι κάποιο σημείο και στη συνέχεια αφήνει μια ποσότητα λαδιού να επιστρέψει στο κάρτερ, διατηρώντας την πίεση σταθερή.
Όσο καλό σύστημα λίπανσης, όμως, κι αν έχει ένας κινητήρας, πάντα υπάρχει φθορά. Αυτό σημαίνει ότι αποβάλλονται μικρά κομμάτια μετάλλου, τα οποία παρασέρνονται από το λάδι. Το φίλτρο λαδιού αναλαμβάνει να απαλλάξει το λάδι από αυτά. Στους πολυκύλινδρους κινητήρες το φίλτρο λαδιού βρίσκεται στο εξωτερικό κέλυφος, ώστε να είναι εύκολη η αντικατάστασή του. Τότε πρόκειται για μια μεταλλική θήκη μέσα στην οποία βρίσκεται το μέσο που φιλτράρει το λάδι (συνήθως χαρτί).
Σε μικρότερους κινητήρες, το φίλτρο λαδιού είναι μια μεταλλική σήτα, η οποία μπορεί να καθαρίζεται και να ξαναχρησιμοποιείται. Σε αυτούς τους κινητήρες μπορεί να υπάρχει φυγοκεντρικό φίλτρο, το οποίο απαιτεί έλεγχο σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα. Σε άλλους κινητήρες υπάρχει και ξεχωριστό ψυγείο λαδιού, ώστε να επιτυγχάνεται καλύτερη αποβολή της θερμότητας από τον κινητήρα, αφού το λάδι μπορεί να απορροφά σημαντικά ποσά θερμότητας κατά την κίνησή του από όλα τα μέρη του κινητήρα.