«Φιλικότητα» είναι αυτό που χαρακτηρίζει συνολικά το F 800 GS. Αν εξαιρέσει κανείς το μεγάλο ύψος, που απλά απαιτεί συνήθεια (ή τελικά άλλη σέλα) για αναβάτες κάτω από τα 175 εκατοστά, η μοτοσικλέτα είναι πολύ εύκολη στον χειρισμό της.
Τα 214 γεμάτα κιλά της δεν φαίνονται πουθενά, το ζύγισμα είναι ουδέτερο και η απόκριση στις εντολές του αναβάτη άμεση και θα λέγαμε «αναλογική», με την έννοια του «όσο δίνεις – τόσο παίρνεις». Ο κινητήρας συμπλέει απόλυτα με αυτή την λογική, όντας ελαστικός, γραμμικός και «ηλεκτρικός» σε ότι αφορά στην λειτουργία του.
Ενοχλητικοί μηχανικοί ήχοι και τραχύτητα απουσιάζουν και τελικά αυτό που αισθάνεται κανείς από το μοτέρ, είναι ένας παλμός. Ενδέχεται βέβαια αυτός ο πολιτισμένος τρόπος απόδοσης, η απουσία κάποιου ξεσπάσματος και η… «μούγγα», να απογοητεύσουν όσους αρέσκονται σε κινητήρες με «χαρακτήρα».
Για να μην παρεξηγηθούν τα γραφόμενα, το μοτέρ του F 800 GS εκπληρώνει στο ακέραιο την αποστολή του, είναι ισχυρό, δεν υστερεί πουθενά και δεν θα προβληματίσει σε καμία χρήση. Απλά, για να το πούμε κάπως πιο «salty», τα 85 άλογα του GS δεν είναι άγρια, αλλά για ιππικές επιδείξεις.
Ξεκινώντας από την πόλη, η μοτοσικλέτα αποδεικνύεται ιδιαίτερα αποτελεσματική στην «μάχη» με την κίνηση και το «μπαλωμένο» αστικό δίκτυο δρόμων. Η… ψιλόλιγνη σιλουέτα της, επιτρέπει εύκολη διέλευση ανάμεσα από τις ατελείωτες σειρές αυτοκινήτων, με το τιμόνι της να περνά άνετα πάνω από τους καθρέπτες αυτών.
Οι αναρτήσεις φιλτράρουν τις κακοτεχνίες των δρόμων, ο κινητήρας είναι απίστευτα ελαστικός και η αίσθηση του GS ελαφριά. Τα φρένα προσφέρουν αίσθηση και έχουν πολύ ισχύ αλλά απουσιάζει το «αρχικό δάγκωμα» στον τρόπο που αποδίδουν, κάτι λογικό για μια μοτοσικλέτα που πρόκειται να κινηθεί και στο χώμα.
Βγαίνοντας έξω από την πόλη, οι πολύ καλές εντυπώσεις συνεχίζονται, με το F 800 GS να φέρει αρκετή από την Βαυαρική ταξιδιωτική μαεστρία. Παρά τις μαζεμένες εξωτερικές διαστάσεις και την κοντή ζελατίνα, η κάλυψη από τον αέρα είναι καλή, με τον οδηγό να δέχεται μια εξομαλυμένη ροή αέρα. Mπορεί λοιπόν να μην έχουμε την απόλυτη κάλυψη που προσφέρουν ορισμένα μεγάλα adventure, όμως από την άλλη, δεν έχουμε και τον τεράστιο όγκο τους…
Η μοτοσικλέτα είναι σταθερότατη μέχρι την τελική της (210 χλμ./ώρα) και ικανή να ταξιδεύει όλη μέρα με ταχύτητες 140-160χλμ./ώρα, έχοντας αποθέματα ισχύος για άμεσες επιταχύνσεις. Δεδομένης μάλιστα της πολύ καλής τιμής στην κατανάλωση (5,4 λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα), αν ο οδηγός είναι συγκρατημένος με το γκάζι στο ταξίδι, τα 300 χιλιόμετρα αυτονομίας είναι κάτι το εφικτό.
Η μοτοσικλέτα της δοκιμής έφερε την σέλα «comfort» που ανήκει στον προαιρετικό εξοπλισμό και η οποία συστήνεται ανεπιφύλακτα σε όσους έχουν touring βλέψεις. Το μοναδικό «φάουλ» στο ταξίδι, είναι ότι οι καθρέπτες επηρεάζονται από κραδασμούς πάνω από τις 5.500 σ.α.λ., με αποτέλεσμα να διακρίνεται δύσκολα το είδωλο σε αυτούς.
Στο δευτερεύον επαρχιακό δίκτυο, το F 800 GS μπορεί να κινηθεί πολύ γρήγορα, με σύμμαχο το στιβαρό πλαίσιο και τον ροπάτο κινητήρα που απαιτεί ελάχιστη ενασχόληση με το κιβώτιο ταχυτήτων.
Αυτό που πρέπει να έχει υπόψιν κανείς είναι ότι το μαλακό σετάρισμα των αναρτήσεων και οι μεγάλες διαδρομές αυτών, προκαλούν μεταβολές στην γεωμετρία της μοτοσικλέτας της, αν αυτή οδηγηθεί πολύ επιθετικά με φρένα τελευταίας στιγμής.
Δεν αναφερόμαστε σε πλεύσεις ή σε αδυναμία των αναρτήσεων του F 800 GS αλλά σε ένα εγγενές χαρακτηριστικό όλων των μοτοσικλετών αυτού του τύπου. Χρειάζεται να βρει κανείς τον «ρυθμό» του δρόμου και να προσαρμοστεί σε αυτόν οδηγώντας με ροή, και τότε το F 800 GS θα τον ανταμείψει πλουσιοπάροχα, «καθαρίζοντας» οποιοδήποτε στροφιλίκι με ταχύτητα και ασφάλεια.
Το ESA (προαιρετικός εξοπλισμός) βοηθά στην συγκεκριμένη περίπτωση όταν επιλεγεί η «Sport» ρύθμιση του, με τον οδηγό να αισθάνεται την μεταβολή ως ένα «σφίξιμο» στην λειτουργία των αναρτήσεων. Σε ότι αφορά στο χώμα, τα ελαστικά που έφερε η μοτοσικλέτα της δοκιμής δεν επέτρεπαν κάτι περισσότερο από απλή διάσχιση χωματόδρομων, πεδίο όπου το F 800 GS, δεν αντιμετώπισε φυσικά κανένα πρόβλημα.
Οι αναρτήσεις αποσβένουν τα πάντα και κρατάνε σε συνοχή το σύνολο, ενώ η γραμμική απόδοση του κινητήρα βοηθά επίσης στα μειωμένης πρόσφυσης εκτός δρόμου τμήματα. Με ένα ζευγάρι χωμάτινα ελαστικά, είναι σίγουρο ότι οι δυνατότητες της μοτοσικλέτας θα «εκτοξευθούν», με τις αντίστοιχες παραχωρήσεις στην άσφαλτο βέβαια.