Η νέα Yamaha R6

    Οδηγώντας: Απολαυστικό Τρενάκι

    Μετά την παρουσίαση, λοιπόν, περιμέναμε με ανυπομονησία να οδηγήσουμε στην πίστα των Μεγάρων, ώστε να δούμε εκτός από τις μηχανικές αναβαθμίσεις, πώς συμπεριφέρονται και τα νέα ηλεκτρονικά, που περιλαμβάνουν traction control, quick shifter και 3 διαφορετικούς χάρτες για την απόκριση του γκαζιού. Είχαμε στη διάθεση μας και τους δύο χρωματισμούς από τη γκάμα της Yamaha, μία μοτοσυκλέτα σε μαύρο ματ χρώμα, που ήταν εντελώς νορμάλ με ελαστικά δρόμου και μία μπλε με ορισμένες αναβαθμίσεις, όπως ελαστικά σλικ, πίσω ανάρτηση της Ohlins, αγωνιστικά μαρσπιέ, μανέτες, λεπτότερα αλυσιδογράναζα και ένα όμορφο τελικό της Akrapovic σε στυλ moto GP. 

    Όταν κάτσαμε στη σέλα, κατευθείαν μας ήρθαν στο μυαλό τα λόγια των ανθρώπων της Yamaha. Πράγματι η θέση οδήγησης έχει αλλάξει και η μικρότερη κλίση του αναβάτη προς τα εμπρός, μας βόλεψε περισσότερο από το προηγούμενο μοντέλο. Επίσης, μας άρεσε περισσότερο η λεπτότερη σιλουέτα, που αντικρίζεις όταν οδηγείς, χάρη στα νέα φέρινκ. Ο λεβιές ταχυτήτων ρυθμίζεται τόσο για νορμάλ όσο και για αγωνιστικού τύπου αλλαγές (1η πάνω) με το quick shifter να δουλεύει απροβλημάτιστα και στις δύο περιπτώσεις, επιτρέποντας σου να αλλάζεις ταχύτητες χωρίς να κλείνεις γκάζι και χωρίς τη χρήση συμπλέκτη (μόνο στα ανεβάσματα). Ξεκινώντας, παρατηρείς μια γνώριμη απόδοση κινητήρα για Supersport 600 κυβικών και γρήγορα καταλαβαίνεις ότι για να κινηθείς γρήγορα, πρέπει να διατηρείς το στροφόμετρο στην υψηλή περιοχή.

    Εκεί, ο κινητήρας αποδίδει τα μέγιστα και εσύ απολαμβάνεις το χαρακτηριστικό 600αρι ¨ουρλιαχτό¨. Η  απόδοση του είναι γραμμική και ομαλή και δεν θα σε τρομάξει με απότομα ξεσπάσματα. Παρ` όλα αυτά, έχεις τη δυνατότητα να διαφοροποιήσεις ελαφρώς την απόκριση στο άνοιγμα του γκαζιού ανάμεσα σε τρείς επιλογές, αλλά για να το κάνεις πρέπει να σταματήσεις. ¨STD¨ για στάνταρτ, ¨Β¨ για ήπια και ¨Α¨ για πιο άμεση απόκριση. Οι διαφορές είναι αντιληπτές, αλλά ο χαρακτήρας παραμένει ίδιος. Εκτός από το quick shifter και την επιλογή απόκρισης, πρώτη φορά σε R6 παρουσιάζεται και traction control. Έχει λειτουργία 6 θέσεων ή απενεργοποίησης και ρυθμίζεται εν κινήσει με 4η, 5η, 6η ταχύτητα με σταθερό γκάζι ή όταν είσαι σταματημένος. 

    Σκοπός του είναι να ελέγχει την πρόσφυση, επεμβαίνοντας στη θέση του ηλεκτρονικού γκαζιού, το ψεκασμό και την ανάφλεξη, ώστε να διατηρηθεί η όσο το δυνατόν ομαλότερη επιτάχυνση. Εμείς το είχαμε στη θέση 3 και παρατηρήσαμε τη διακριτική λειτουργία του, μόνο στη μοτοσυκλέτα με τα ελαστικά δρόμου, που μετά από αρκετούς γύρους άρχισαν να δείχνουν σημάδια κόπωσης. Όλα καλά με την επιτάχυνση, αλλά τι γίνεται όταν χρειαστεί να φρενάρουμε; Η πίστα των Μεγάρων είναι αρκετά απαιτητική στο φρενάρισμα, αλλά το R6 δεν έδειξε να δυσκολεύεται. Το πακέτο από το R1 κάνει αποδεδειγμένα καλά τη δουλειά του και δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, ειδικά όταν είναι τοποθετημένο στο ελαφρύτερο R6. 

    Η αίσθηση και η απόδοση δεν άφησαν περιθώριο για κανένα παράπονο και το ABS παρότι δεν απενεργοποιείται δεν ήταν καθόλου παρεμβατικό. Σωληνάκια υψηλής πίεσης, θα ήταν καλοδεχούμενα αφού σίγουρα θα βοηθούσαν στις απαιτητικές συνθήκες ενός track day ή αγώνα. Για το τέλος αφήσαμε το καλύτερο. Τη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας στις στροφές. Το άκαμπτο  πλαίσιο σε συνδυασμό με το νέο πιρούνι από το R1, κάνουν τη μοτοσυκλέτα πραγματικό τρένο. Μπορεί να έχεις αρκετά χιλιόμετρα και ¨φόρα¨ μέσα στη στροφή, αφού η μοτοσυκλέτα φαίνεται να το ζητάει από μόνη της. Πρώτα οδηγήσαμε τη μοτοσυκλέτα με τα σλίκ ελαστικά και το Ohlins αμορτισέρ. Κάνοντας τους πρώτους αναγνωριστικούς γύρους, έκλεινε προκλητικά τη γραμμή της, σαν να μας έλεγε ότι κινούμαστε αργά και δεν έχουμε πλησιάσει καν τα όρια της. 

    Ευτυχώς, το συνειδητοποιήσαμε γρήγορα και όταν ανεβάσαμε ρυθμό καταλάβαμε τις πραγματικές  δυνατότητες της μοτοσυκλέτας. Ευέλικτη, με τεράστια περιθώρια πρόσφυσης, απίστευτα σταθερή και συνεργάσιμη σε κάθε εντολή μας, έδειχνε σε κάθε ευκαιρία ότι έχει φτιαχτεί με σκοπό τη γρήγορη οδήγηση. Στα ίδια επίπεδα βρισκόταν και η ¨νορμάλ¨ υστερώντας ελαφρώς, όπως ήταν λογικό, στην αίσθηση του πίσω μέρους, λόγω της υποδεέστερης (σε σχέση με την Ohlins) πίσω ανάρτησης και των ελαστικών.