Ο τρικύλινδρος κινητήρας αποδίδει 94 άλογα που είναι έτοιμα να χλιμιντρίσουν με το παραμικρό.
Πρέπει να γράψω ότι άλλη συμπεριφορά περίμενα από τον τρικύλινδρο κινητήρα του Hinckley στο 800, και άλλη βρήκα. Η άμεση, χορταστική ώθηση-"γροθιά" από μηδενικές στροφές που έχουμε συνηθίσει με τον κινητήρα του 1050, είτε στο Speed Triple είτε στο Tiger 1050, εδώ απουσιάζει. Αντίθετα, ο χαρακτήρας του 800 είναι αρκετά πιο ήπιος, αλλά και πολύ πιο ελαστικός χαμηλά, χωρίς όμως ποτέ να γίνεται βαρετός. Απλώς, νιώθεις πιο απλωμένη την καμπύλη της ιπποδύναμης, η οποία συνεχίζει να ξεδιπλώνει τις αρετές της με ελαφρώς κλιμακούμενη ένταση όσο ανεβαίνουν οι στροφές.
Πολύ καλή απόδοση από τον τρικύλινδρο κινητήρα του Tiger, που παρέχει απλωμένη ιπποδύναμη παντού.
Δεν υπάρχει πουθενά βίαιο ξέσπασμα και η ηλεκτρική λειτουργία του 800 βοηθά τη μοτοσικλέτα να αναδείξει τις αρετές της σε οριακές οδηγικές συνθήκες, με αποτέλεσμα ο αναβάτης να "την βγάζει καθαρή" ακόμα και στα πιο άγαρμπα, δικά του λάθη. Ούτε και κραδασμοί υπάρχουν πουθενά, οπότε και σε αυτόν τον τομέα το τρικύλινδρο σύνολο παίρνει άριστα. Ο θόρυβος του τρικύλινδρου κινητήρα είναι αυτός που περιμέναμε. Μοναδικός στο χώρο της μοτοσικλέτας, ιδιαίτερα ραφιναρισμένος, δεν χορταίνεις να τον ακούς, είτε με ξερογκαζιές στο ζέσταμα είτε εν κινήσει. Μικρή παραφωνία, ο ήχος που κάνει η εξάτμιση στο κλείσιμο του γκαζιού, που ακούγεται σαν ήχος από… λαμαρίνα ή τενεκέ. Ένας επιπλέον ήχος που δεν μας βρίσκει σύμφωνους είναι εκείνος που κάνουν τα εργαλεία, μέσα στη θήκη τους, όταν μπαινοβγαίνετε στις βαθιές λακκούβες των άθλιων ελληνικών δρόμων. Το πρόβλημα θα λυθεί, αν τυλίξετε τα εργαλεία με ένα λεπτό πανάκι, μέσα στη θήκη τους. Στις επιταχύνσεις και στο απότομο άνοιξε-κλείσε του γκαζιού, ο ψεκασμός εμφανίζεται λιγάκι νευρικός και χρειάζεται προσοχή στη διαχείριση του γκαζιού για να έχετε ομαλή ροή. Επιπλέον, σε ελιγμούς με πολύ χαμηλή ταχύτητα ή στο ξεκίνημα, χρειάζεται λίγο παραπάνω πατινάρισμα στο συμπλέκτη για να μην σβήσει ο κινητήρας, αλλά και αυτό το "χούι" μαθαίνεται και ξεπερνιέται εύκολα μετά τις πρώτες δυο-τρεις βόλτες. Και φυσικά για ασφάλεια, υπάρχει στάνταρ immobiliser, ενώ στις χυτές ζάντες, οι βαλβίδες αέρα είναι "στραβές" για εύκολη πλήρωση.