Με τον κινητήρα σε λειτουργία, το τελικό της Yoshimura απελευθερώνει έναν μεστό μπάσο ήχο στο ρελαντί που παραπέμπει σε μοτοσικλέτα με τουλάχιστον διπλάσια κυβικά. Με το γκάζι να ανοίγει γεμάτα, η εξάτμιση συνεχίζει να κάνει διακριτικά αισθητή την παρουσία της με τα γεμάτα πρίμα να διαδέχονται το γουργουρητό του ρελαντί. Να σημειώσουμε μόνο σε αυτό το σημείο ότι, σύμφωνα και με την ελληνική αντιπροσωπεία το τελικό είναι μόνο για χρήση σε ελεγχόμενο χώρο (racing use only), ενώ δεν έχει προδιαγραφές για να περάσει ΚΤΕΟ αφού μαζί με τα στάνταρ τελικά αφαιρείται και ο καταλύτης.
Η απόδοση του κινητήρα δείχνει να έχει αλλάξει ελαφρώς με την τοποθέτηση του μονού τελικού, αν και κάτι τέτοιo δεν παρουσιάζεται στο διάγραμμα της Yoshimura. Στις χαμηλές και μεσαίες στροφές η ελαστικότητα αλλά και η υποτονικότητα διατηρούνται, στις ψηλές στροφές ωστόσο τα πράγματα έχουν βελτιωθεί. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που θα φτάσετε μέχρι και το κόφτη με 6η σχέση με το στροφόμετρο να δείχνει λίγο πάνω από τις 11.000 σ.α.λ. και το ταχύμετρο 151 χλμ./ώρα. Σε γενικές γραμμές το μοτέρ είναι η χαρά του αρχάριου αναβάτη αλλά και εκείνου που θέλει να κινηθεί με χαλαρούς ρυθμούς. Ανεβάζει στροφές ελαφρώς αργόστροφα για δικύλινδρο, δεν παρουσιάζει κανένα ξέσπασμα, ενώ τόσο ο συμπλέκτης όσο και το κιβώτιο είναι σούπερ μαλακά. Η καλή απόδοση του μοτέρ συνοδεύεται και από την υποστήριξη του πλαισίου και των αναρτήσεων. Οι αναρτήσεις λειτουργούν καλά ακόμη και με φορτίο και φιλτράρουν σωστά τις ανωμαλίες του οδοστρώματος, αφού ούτε το πιρούνι ούτε το αμορτισέρ κοπανάνε τον αναβάτη ακόμη και σε έντονες κοφτές ανωμαλίες. Καλά αποδίδουν και τα φρένα για τα δεδομένα του Inazuma. Το εμπρός δισκόφρενο αποδίδει τη δύναμή του με γραμμικό τρόπο και δεν θα προβληματίσει ποτέ, ενώ το πίσω δεν υπολείπεται καθόλου σε δύναμη και μπορεί να προσφέρει απολαυστικά και απολύτως ελέγξιμα driftακια. Σε αυτό βοηθά και η πολύ καλή κατανομή του βάρους του Inazuma που το βοηθά να κινηθεί ανάλαφρα σε κάθε αργό ελιγμό, μικρό ή μεγάλο.