Το λεξικό του σωστού μηχανόβιου!

Αν δεν χρησιμοποιείς ή δεν γνωρίζεις κάποιες από αυτές, τότε πρέπει να κάτσεις γρήγορα στα θρανία.. Όλες οι εκφράσεις που χρησιμοποιούν οι μηχανόβιοι μεταξύ τους καθώς και οι ορισμοί τους, μαζεμένα και νοικοκυρεμένα ώστε να είσαι πλήρως ενημερωμένος. Και επειδή η φαντασία είναι αστείρευτη, αν μας έχει ξεφύγει κάτι συμπληρώστε το.

Οι σωστοί μηχανόβιοι έχουν τον δικό τους κώδικα επικοινωνίας. Μπορεί σε όσους δεν ασχολούνται με μοτοσικλέτες οι φράσεις που χρησιμοποιούν οι μηχανόβιοι να ακούγονται σαν αποκρυφιστική τοπική διάλεκτος από κάποιο απομακρυσμένο χωριό της Γουατεμάλα, όμως το θέμα είναι τι γίνεται στην περίπτωση που εσύ οδηγείς μοτοσικλέτα και δεν γνωρίζεις κάποια από αυτές;

Πόσες φορές ακούγοντας κάποια από αυτές σε δίτροχα πηγαδάκια, ένιωσες ότι βρίσκεσαι εκτός παιχνιδιού και έστρεψες το βλέμμα σου στο άπειρο σφυρίζοντας κλέφτικα; Μην ανησυχείς! Το λεξικό του σωστού μηχανόβιου θα σώσει την κατάσταση ώστε να μην πιαστείς αδιάβατος. Τσέκαρε τις πιο hot εκφράσεις που παίζουν στο μοτοσικλετιστικό γίγνεσθαι και γίνε γκουρού της δίτροχης αργκό, πρωταγωνιστώντας σε αντίστοιχες συζητήσεις.  
 

Χαρχάλα ή κουδουνίστρα: Οι μοτοσικλέτες που παρουσιάζουν θόρυβο στο ρελαντί ή κραδασμούς κατά τη λειτουργία τους, χαρακτηρίζονται έτσι.

Λαδίερα: Κοροϊδευτικός υπαινιγμός για κάποιο μοντέλο που τσιμπάει τα  λαδάκια του.  

Λαμπάδα ή καντήλι: Περιγράφει την εκτέλεση κατακόρυφης σούζας όπου το μηχανάκι σηκώνεται στη μια ρόδα σχεδόν κάθετα και θυμίζει λαμπάδα ή ευθυτενής φλόγα από καντήλι.

Καρατιμόνα: Τα απολαυστικά τιμόνια με μεγάλο άνοιγμα, συνήθως σε τουριστικά μοντέλα, που κρατούν τον αναβάτη ξεκούραστο.

Ευθειάκας: Τον ξεχωρίζεις από τα απάτητα πλαϊνά πέλματα των ελαστικών. Για αυτόν οι  στροφές είναι απλώς ένα κομμάτι ασφάλτου που  παρεμβάλλεται μέχρι την επόμενη ευθεία.  

Καφετεριάκας: Αράζει σε δημοφιλείς καφετέριες με φρεσκοπλυμμένο ακριβό μοντέλο συνήθως supersport, ενίοτε φοράει ολόσωμη φόρμα  και πίνει φρέντο εσρπέσο με μια  κουταλιά μαύρη ζάχαρη. Τα περισσότερα χιλιόμετρα στο κοντέρ είναι σπίτι καφετέρια ενώ επαρχιακές οδούς με στροφιλίκι τις πατάει σπάνια το δίγομο ελαστικό της καλής του.

Του έριξα μια κολώνα: Αποτελεί μονάδα μέτρησης σε κόντρες και είναι η απόσταση που έχουν δύο κολώνες της ΔΕΗ. 

Αυτός ψεκάζει ζουμιά: Μόνιμη δικαιολογία που ξεστομίζουν όσοι τρώνε κολώνα σε κάποια κόντρα. Αποδίδουν την ήττα τους σε κρυφό όπλο του αντιπάλου , δηλαδή σύστημα ψεκασμού με Nitro.

Μπήκε φέτες βγήκε τρίμματα: Ή αλλιώς ότι αρχίζει ωραία τελειώνει με πόνο. Η γρήγορη είσοδος σε μια στροφή που οδηγεί σε πτώση και σκορπισμένα τμήματα της μοτοσικλέτας παντού.

Αγόρασε οικόπεδο: Εάν κάποιος φύγει σε μια στροφή πλησίον αγροτεμαχίου, αυτομάτως γίνεται κάτοχος ιδιοκτησιακού τίτλου του συγκεκριμένου οικοπέδου.

Τάφος ή μπρίκι ή κατσαρόλα: Οι συγκεκριμένες λέξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν μία-μία ή και όλες μαζί και χαρακτηρίζουν ένα αργό μοντέλο με μικρή ιπποδύναμη και ισχνές επιδόσεις

Χάρος: Ο εκτελών ριψοκίνδυνους ελιγμούς και προσπεράσεις. Ο τύπος οδηγού που οδηγεί επικίνδυνα - θα τον αναγνωρίσεις από τα μαύρα ρούχα και το δρεπάνι στο πίσω μέρος του μπουφάν.  

Καναπέδες ή μπανιέρες: Συνηθισμένη φράση σκληροπυρηνικών μηχανόβιων που δεν μπορούν να ανεχτούν την ύπαρξη scooter στον ίδιο δρόμο με αυτούς. Αν δεν είναι μοτοσικλέτα, τότε είναι έπιπλο με ρόδες.

Κάγκουρας: Το παλιό το παραδοσιακό μαλλί γυαλί και παντελόνι Lee, βρίσκει εφαρμογή στα δίτροχα με ξεκράνωτους τυπάδες που εκτελούν παρατεταμένα ξερόγκαζα ή σούζες έξω από καφετέριες ή πολυσύχναστες οδούς, με απώτερο σκοπό να κερδίσουν την προσοχή του αρσενικού κοινού για τις ικανότητές τους και του γυναικείου ως ερωτικό κάλεσμα.

Τούμπανο ή κεφαλογυρίστρα: Όταν η εξωτερική ομορφιά αποτελεί προσόν και η αγαπημένη σου μοτοσικλέτα τραβάει τα βλέμματα. Εδώ παίζει ρόλο και η προσωπική πινελιά του ιδιοκτήτη με τις ξεχωριστές νότες που προσδίδει, αρκεί να μην το παρακάνει.
 
Το εργαλείο ξηλομπαζώνει: Μοντέλο με μεγάλη ιπποδύναμη και εκρηκτικές επιδόσεις που βάζουν φωτιά στην άσφαλτο. 

Είναι πριόνι: Το μοτέρ ανεβάζει γρήγορα στροφές σε σημείο που θυμίζει αλυσοπρίονο στη λειτουργία του.
 
Δικαστής: Πολύ καλός οδηγός με ειδικότητα στις κόντρες. Είναι το αδιαφιλονίκητο φαβορί σε κάθε μονομαχία και επιδιώκει καθαρή νική χωρίς δυνατότητα έφεσης.

Τον κέρασε τσάι: Παρομοίωση που χρησιμοποιείται σε κόντρες όπου ο ηττημένος θα χρειαστεί το συγκεκριμένο χαλαρωτικό αφέψημα για να χωνέψει το αποτέλεσμα. 

ΚουλοΜαρία: Οδηγός μειωμένων ικανοτήτων που δεν μπορεί να πάει γρήγορα ή αποτυγχάνει σε συγκεκριμένες δοκιμασίες. Συνήθως καθυστερεί την παρέα σε ομαδικές εξορμήσεις, ενώ προκαλεί μποτιλιάρισμα το πρωί στην πηγμένη Κηφησίας

Μαμίσιο ή μανίσιο: Εξαρτάται πως καλείς την μητέρα σου, με αυτό τον τρόπο περιγράφεις ότι μια μοτοσικλέτα ή ένα εξάρτημα είναι εργοστασιακό χωρίς μετατροπές.

Έγινε ρύζι: Όταν ο κινητήρας υποστεί ζημία και τα εξαρτήματα του σκορπίσουν σε μικρά κομμάτια.

Τα πήρε στη μασχάλη: ¶λλη μια έκφραση που υποδηλώνει ζημιά στον κινητήρα σε τέτοιο βαθμό που ο ιδιοκτήτης χάριν αστεϊσμού χρειάστηκε να βάλει τα εξαρτήματα στη μασχάλη.

Πατήθρα: Δεν είναι κάτι άλλο από τα γνωστά μας ποδοστήρια.

Στέκα: Το κεντρικό σταντ της μοτοσικλέτας, λόγω σχήματος.

Μυρωδιάς: Αυτός που έχει άποψη για όλα τα θέματα και υποστηρίζεται ότι έχει άπειρες γνώσεις, αλλά στο τέλος αποδεικνύεται τελείως άσχετος. Δεν έχει ούτε μυρωδιά από όσα δήλωνε ότι γνώριζε. Λέξεις που χρησιμοποιεί συχνα: Ντρόμπες, κεφαλάρι, κύλιντρα, βερτζίνα, καμπρυλατέρ.

Καζάνι ή θερμοσίφωνας: Όρος που περιγράφει τα μεγάλα και κακοσχηματισμένα τελικά της εξάτμισης. 

Τσιμπουκόφωνο: Στην περίπτωση αυτή αναφερόμαστε στην εξάτμιση ενός δίχρονου μοντέλου.
 

 
 
 
 

  • Ηλίας

    Στην κατηγορία ΜΥΡΩΔΙΑΣ προσθέστε και κάτι που"έμαθα" πρόσφατα...μαρσουπιές η αλλιώς μαρσπιέ για τους αδαείς...

      2