Το καλύτερο στοιχείο της μοτοσικλέτας (και της συγκεκριμένης σειράς δηλαδή) είναι αναμφισβήτητα το μοτέρ. Ένα μόνο πάτημα της μίζας είναι αρκετό για φέρει σε λειτουργία το παράλληλο δικύλινδρο σύνολο των 798 κυβικών, και ενώ ένας ευτραφής σε διαστάσεις σιγαστήρας προσπαθεί να «πνίξει» τον ήχο του μοτέρ, δεν καταφέρνει τελικά να διαλύσει τις αμφιβολίες για το μέγεθος και τη διάταξη του κινητήρα. Είναι πάντως αρκετά «ήσυχος» ακόμα και σε ταχύτητες που πλησιάζουν την τελική του μοντέλου, ενώ το «γλυκό σημείο» του είναι ανάμεσα στις 5.000 και τις 8.000 στροφές, όπου πάνω από το 90% της ροπής είναι διαθέσιμο. Το κυριότερο χάρισμά του πάντως είναι η εκπληκτική ελαστικότητά του από τις πολύ χαμηλές στροφές, η οποία συνοδεύεται από εξαιρετικά γραμμική καμπύλη απόδοσης, σχεδόν από το ρελαντί μέχρι και τον κόφτη. Από την άλλη βέβαια, αν πέσει κάτω από τις περίπου 2.000 στροφές, τότε πέφτει σε…λήθαργο. Έκπληξη πάντως αποτέλεσε το γεγονός ότι οι καθρέπτες έδιναν συνέχεια ξεκάθαρη εικόνα, λεπτομέρεια η οποία μαρτυράει την απουσία κραδασμών, των οποίων η εμφάνιση είναι de facto σε παράλληλους κινητήρες. Αν ήταν πάντως ένα πράγμα το οποίο δε μας άρεσε, ήταν το «άκουσμα» του κιβωτίου, το οποίο χτυπάει παντού και πάντα. Η λειτουργία του ήταν πολύ καλή (αν και λίγο σκληρή), αλλά κάνει την παρουσία του ηχητικά αισθητή κάτω από όλες τις συνθήκες. Η BMW πάντως σε γενικές γραμμές έχει κάνει πραγματικά πολύ καλή δουλειά σε αυτό το μοτέρ!