…η πρώτη εντύπωση που θα δώσει το V7, είναι τα καρφωμένα πάνω του μάτια. Σε κάθε φανάρι, όλο και κάποιος θα του ρίξει μια ματιά, όλο και κάποιος θα σε ρωτήσει τι είναι αυτό και γιατί μοιάζει τόσο παλιό, αλλά συνάμα φρέσκο. Όσο κινείσαι, όμως, θα σε απασχολήσουν άλλα πράγματα. Το πρώτο από αυτά είναι ο ήχος του δικύλινδρου κινητήρα. Τραχύς, ράθυμος και ιδιαίτερα ελκυστικός θα σε αναγκάσει να αποσπαστείς από τη βαβούρα της πόλης για να ακούσεις το «τραγούδι» του. Μέσα στην κίνηση, οι επιδόσεις του Moto Guzzi είναι απλά ικανοποιητικές. Ο κινητήρας δουλεύει καλά στις χαμηλές στροφές, ωστόσο, θα κουράσει, αν κινείσαι με ελάχιστη ταχύτητα ανάμεσα σε ακινητοποιημένα αυτοκίνητα. Όσο όμως ανεβαίνουν οι στροφές, απολαμβάνεις όλο και περισσότερο τη διαδρομή. Το V7 θα ανεβάσει εύκολα ταχύτητα, θα φρενάρει έγκαιρα (αν και όχι άμεσα) και θα πάρει κλίσεις που θα ικανοποιήσουν. Παρόλα αυτά, δεν θα ενθουσιάσει σε περιπτώσεις που αποφασίσεις να κινηθείς λίγο πιο σβέλτα, εξαιτίας της ελαστικότητας του πλαισίου και των αναρτήσεων.
Στο ταξίδι…
…θα σε παρασύρει από την πρώτη στιγμή στο δικό του ρυθμό. Με το στροφόμετρο να «παίζει» ανάμεσα στις 3.500 και τις 5.500 σ.α.λ. και το κοντέρ να μην ξεπερνά τα 140 χλμ./ώρα, το V7 θα σου επιτρέψει να απολαύσεις ένα χαλαρό και διασκεδαστικό ταξίδι. Όχι ότι δεν θα πάει παραπάνω -η τελική του είναι ικανή να ξεπεράσει και τα 160 χλμ./ώρα- αλλά λίγο ο χαλαρωτικός χαρακτήρας της μοτοσικλέτας, λίγο η απουσία προστασίας από τον αέρα, θα σε κάνει να μείνεις σε εκείνα τα επίπεδα για να απολαύσεις το ταξίδι παραπάνω. Ακόμη και σε επαρχιακό δίκτυο, το V7 θα ικανοποιήσει στις στροφές (με τις ανοιχτές παρατεταμένες να αποτελούν το αδύναμο σημείο του, ειδικά αν μπει με πολλά), αρκεί να μην του ζητήσεις περισσότερα απ’ όσα μπορεί να δώσει.
Όπως και να ’χει, μπορεί το ταξίδι με ένα V7 να σου στοιχίσει λίγη ώρα παραπάνω, αλλά δεν πρόκειται να το καταλάβεις.