Κατασκευαστές και ειδικοί ήταν διχασμένοι: από τη μια ήταν εκείνοι που έβλεπαν την Vespa ως υλοποίηση μίας εξαιρετικής ιδέας και από την άλλη οι σκεπτικιστές, που σύντομα ωστόσο άλλαξαν γνώμη. Η παραγωγή ξεκίνησε τους τελευταίους μήνες και τον επόμενο χρόνο εμφανίστηκε η Vespa 125, ένα μεγαλύτερο μοντέλο, που σύντομα εγκαθιδρύθηκε ως η συνέχεια της πρώτης Vespa 98cc.
Το «θαύμα» της Vespa είχε γίνει πραγματικότητα και η παραγωγή αυξανόταν συνεχώς: το 1946 η Piaggio έριξε 2.484 σκούτερ στην αγορά. Τον επόμενο χρόνο έγιναν 10.535 και μέχρι το 1948 η παραγωγή είχε φτάσει τα 19.822 κομμάτια.
Όταν στα 1950 άρχισε να παράγει και η γερμανική αντιπροσωπεία, η παραγωγή άγγιξε τα 60.000 οχήματα ενώ τρία χρόνια αργότερα 171.200 μηχανές έβγαιναν από το εργοστάσιο. Ενδιαφέρον ωστόσο υπήρξε και από την πλευρά των ξένων αγορών από το γεγονός ότι η γέννηση του σκούτερ δημιούργησε τόσο στον τύπο όσο και στο κοινό, ενδιαφέρον και θαυμασμό. Οι Times το αποκάλεσαν «αμιγώς ιταλικό προϊόν, που είχε να εμφανιστεί από τον καιρό των Ρωμαϊκών αρμάτων». Ο Εnrico Piaggio συνέχιζε με επιμονή να ενθαρρύνει την εξάπλωση της Vespa και στο εξωτερικό, δημιουργώντας ένα εκτενές κύκλωμα υπηρεσιών τόσο στην Ευρώπη όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Μη μένοντας ικανοποιημένος, εφιστούσε την προσοχή και αύξανε το ενδιαφέρον για το προϊόν του, με διάφορες πρωτοβουλίες μεταξύ των οποίων ήταν και η δημιουργία και εξάπλωση των Vespa club.
Η Vespa έγινε το προϊόν υπεροχής της Piaggio, ενώ ο ίδιος ο Enrico δοκίμαζε νέα μοντέλα. Οι προοπτικές του υπερέβησαν τα εθνικά όρια και μέχρι το 1953, χάρη στην ακούραστη αποφασιστικότητά του, υπήρχαν περισσότερα από 10.000 σημεία εξυπηρέτησης PIAGGIO σε ολόκληρο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων της Αμερικής και της Ασίας. Μέχρι τότε τα μέλη των Vespa club ανέρχονταν σε 50.000 και αντιπαλεύονται το νέο γεννηθέν Innocenti Lambretta. Περίπου 20.000 φανατικοί θαυμαστές της Vespa πήραν μέρος στην «Ημέρα της Vespa» το 1951.
Το να οδηγεί κανείς μία Vespa ήταν συνώνυμο της ελευθερίας και των απλών κοινωνικών συναναστροφών. Το νέο scooter είχε γίνει το σύμβολο ενός τρόπου ζωής: στην οθόνη, τη λογοτεχνία και τη διαφήμιση η Vespa εμφανιζόταν σαν ένα από τα σημαντικότερα σύμβολα μιας κοινωνίας σε εξέλιξη.
Το 1950, μόλις τέσσερα χρόνια από το ντεμπούτο της, η Vespa παράγεται στη Γερμανία από την Hoffman Werke στο Λιντορφ, τον επόμενο χρόνο άνοιξε αντιπροσωπεία στην Μ. Βρετανία και στη Γαλλία, στην Ισπανία η παραγωγή άρχισε το 1953 στο Μοto Vespa της Μαδρίτης σημερινή Piaggio Espana, κι αμέσως ακολούθησε η Jette στις Βρυξέλλες. Φτιάχτηκαν εργοστάσια στην Βομβάη και τη Βραζιλία: η Vespa έφτασε στις ΗΠΑ και η φοβερή δημοτικότητά της τράβηξε την προσοχή του Reader’s Digest το οποίο της αφιέρωσε ένα εκτενές άρθρο. Αλλά αυτή η μαγική περίοδος ήταν μόνο η αρχή: σύντομα η Vespa παραγόταν σε 13 χώρες και πουλιόταν σε 114 χώρες σε όλα τα μέρη του κόσμου. Ακόμα και στην Αυστραλία, την Ν. Αφρική (όπου ήταν γνωστή ως «Bromponie» δηλ. αραγμένο πόνυ) το Ιράν και την Κίνα. Και βέβαια αντιγράφηκε: στις 9 Ιουνίου 1957 η Izvestia ανέφερε την αρχή της παραγωγής στο Κίροφ της Ρωσίας, της Viatka 150cc, ενός σχεδόν τέλειου αντίγραφου της Vespa.
Η Piaggio είχε αρχίσει έγκαιρα να επεκτείνεται στον τομέα μεταφοράς ελαφρών φορτίων: το 1948 αμέσως μετά τη δημιουργία της Vespa, άρχισε η παραγωγή του τρίτροχου μικρού φορτηγού ΑΡΕ (το ιταλικό αντίστοιχο της «μέλισσας»), όχημα το οποίο έγινε αμέσως επιτυχία εξαιτίας της πολλαπλής του χρηστικότητας.
Εμφανίστηκαν πολλές φανταστικές εκδοχές της Vespa, μερικές από τον ίδιο τον Piaggio, αλλά κυρίως από φανατικούς θιασώτες. Για παράδειγμα η Vespa Sidecar (με καλάθι στο πλάι), η Vespa Alpha, που δημιούργησε το 1967 και η Alpha Wallis για τον τηλεοπτικό πράκτορα Dick Smart, ένα όχημα που μπορούσε να πετάξει ή να κινείται υποβρυχίως. Ο γαλλικός στρατός είχε κάποια μοντέλα Vespa ειδικά σχεδιασμένα να μεταφέρουν όπλα και μπαζούκας και άλλα που έπεφταν μαζί με τους αλεξιπτωτιστές. Ακόμα και ο ιταλικός στρατός ζήτησε ένα τέτοιο είδος αλεξιπτωτιστικού σκούτερ το 1963.