Γυρνάς το κλειδί και τα όμορφα γραφικά με το λογότυπο V4 σε καλωσορίζουν στο κέντρο ελέγχου. Ξεκινώντας, παρά την αγωνιστική κληρονομιά του μοντέλου, παρατηρείς ότι δεν δυσκολεύεται ιδιαίτερα να κινηθεί με μικρές ταχύτητες στην πόλη. Ο κινητήρας δεν έχει τη γλυκιά λειτουργία των τετρακύλινδρων σε σειρά υπενθυμίζοντας σου ότι οδηγείς V, αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν ενοχλεί. Περνάει με ευκολία ανάμεσα από τα αυτοκίνητα χάρη στη λεπτή σιλουέτα του και το μόνο που σε απασχολεί όταν κινείσαι, είναι πού θα βρεις ελεύθερο πεδίο για να ανοίξεις το γκάζι. Στους ελληνικούς δρόμους το Traction ενεργοποιείται συνέχεια, αλλά αν το απενεργοποιήσεις το πιθανότερο είναι να θέλεις λάστιχα κάθε μήνα… Ίσως φταίει ο ήχος που θυμίζει Moto GP, ίσως η απόδοση του κινητήρα με την ωμή δύναμη από τις 6.000 σαλ, ίσως το εκπληκτικό στήσιμο, αλλά είναι δύσκολο να πας αργά όταν βρίσκεσαι πάνω στο Tuono. Απενεργοποιώντας το wheelie control, oι σούζες ισχύος έρχονται σχεδόν σε κάθε ταχύτητα, όπως και το χαμόγελο στα χείλη κάθε φορά που ανοίγεις το γκάζι. Όταν χρειαστεί να φρενάρεις απότομα και έχει καλή άσφαλτο, νομίζεις ότι πέφτεις σε τοίχο. Τα σχόλια περιττεύουν για τα Brembo, που είναι κορυφαία τόσο σε αίσθηση όσο και σε απόδοση. Το ABS λειτουργεί σωστά και με τις επιλογές που έχεις σε αφήνει να ¨παίξεις¨ με ασφάλεια. Σε δρόμους με στροφές το αγωνιστικό ρεπερτόριο συνεχίζεται… Σημαδεύεις τη γραμμή που θες και αυτό την ακολουθεί χωρίς κουνήματα – ασάφειες κλπ. Τα περιθώρια πρόσφυσης μοιάζουν ανεξάντλητα, και στην έξοδο πραγματικά εκτοξεύεται χάρη στη ροπή του V4. Το φυσικό του περιβάλλον όμως είναι η πίστα. Έτσι επισκεφτήκαμε το αυτοκινητοδρόμιο των Μεγάρων για να έχουμε πιο ολοκληρωμένη άποψη και το Tuono αντεπεξήλθε άριστα στις υψηλές μας προσδοκίες. Σωστές πιέσεις στα Pirelli Supercorsa και έτοιμη η μεταμόρφωση σε Superbike. Δυστυχώς δεν είχαμε χρόνο για να φέρουμε ακριβώς στα μέτρα μας τις πολύ καλές αναρτήσεις της Ohlins, αλλά αυτό δεν μείωσε καθόλου τη διασκέδαση που ήταν δεδομένη, αφού δεν ψάχναμε τον απόλυτο χρόνο. Έτσι, αφού ξεχάσαμε την έλλειψη κλιπόν ως δια μαγείας, επικεντρωθήκαμε στην οδήγηση.
Με τον χάρτη κινητήρα στο race mode και τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στη θέση 1, το Τuono είχε υποδειγματική συμπεριφορά και εμείς αισθανθήκαμε για λίγο την αίγλη των moto gp. Τα φρένα δεν έδειξαν κανένα σημάδι κόπωσης όσο και αν προσπαθήσαμε, ενώ η είσοδος στις στροφές γινόταν με τη μοτοσυκλέτα ακλόνητη εκεί ακριβώς όπου σημάδευες. Στις εξόδους έβγαινε με απίστευτη δύναμη, το traction στη θέση 1 άφηνε τα μικρά γλιστρήματα, ενώ το wheelie κοντρόλ δούλευε υπερωρίες, προσπαθώντας να κρατήσει τον μπροστινό τροχό στο έδαφος σε κάθε αλλαγή που γινόταν με τέρμα γκάζι χάρη στην υποδειγματική (και στα κατεβάσματα) λειτουργία του shifter. Εκεί αποδεικνύεται χρήσιμο και το σταμπιλιζατέρ της Ohlins, που αναλαμβάνει να περιορίσει τις ταλαντώσεις του τιμονιού όταν ελαφρώνει ο μπροστινός τροχός. Τα ελαστικά είναι η χρυσή τομή για δρόμο και πιστά, αρκεί να τους δώσεις τον απαραίτητο χρόνο να ζεσταθούν καλά, μιας και η δύναμη του τετρακύλινδρου V δεν είναι και πολύ ευγενική μαζί τους. Τα περιθώρια πρόσφυσης είναι πολύ μεγάλα, αφού εμείς είδαμε μέχρι 53 μοίρες στον πίνακα οργάνων, χωρίς να αισθανθούμε αμήχανα ούτε μια στιγμή. Στο δρόμο της επιστροφής απολαύσαμε για άλλη μια φορά την άνετη θέση οδήγησης σε σχέση με ένα superbike. Κατά ένα περίεργο τρόπο, όταν καβαλάς το Tuono ξεχνάς τα πάντα και δεν σε ενοχλεί ούτε καν ο αέρας (εφόσον δεν κάνεις πολύωρο ταξίδι).
Προς έκπληξή μας, διαπιστώσαμε ότι το μικρό ζελατινάκι κάνει δουλειά, επιτρέποντάς σου να αγγίξεις την τελική των 274 χλμ/ώρα, που για γυμνή μοτοσυκλέτα δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο νούμερο. Όσον αφορά την κατανάλωση, είναι το τελευταίο πράγμα που θα σε απασχολήσει μιας και είμαστε σίγουροι ότι δεν πρόκειται να οδηγήσει κανείς αυτή τη μοτοσυκλέτα οικονομικά. Κατά τη διάρκεια της δοκιμής τα νούμερα που είδαμε κυμαίνονταν μεταξύ 7,5-8,5 λ/100χλμ.