Ας είμαστε ειλικρινείς: Ακούγοντας για μια Adventure 1050 κ.εκ. με 94 ίππους η πρώτη μας σκέψη θα μετρούσε την απόσταση ως τους 150 ίππους του 1190. Καλό θα ήταν όμως να το κρίνουμε ανεξάρτητα.
Ο V2 των 75 μοιρών είναι ελαστικός και ελαφρύς, όπως κάθε LC8 που σέβεται το γενεαλογικό δέντρο δηλαδή. Φιλικός και πρόσχαρος όσο το χέρι σου είναι ελαφρύ στη γκαζιέρα, αγριεύει απότομα μόλις αποφασίσεις να τη γυρίσεις σε πιο μεγάλες γωνίες. Η επιτάχυνση στο χούφτωμα του γκαζιού είναι ακαριαία και χορταστική, αντάξια μιας δικύλινδρης μοτοσικλέτας του λίτρου.
Σημάδια αδυναμίας αρχίζουν να εμφανίζονται μετά τις 6.000 παρόλα αυτά συνεχίζει να επιταχύνει, πλέον με εμφανείς υψίσυχνους κραδασμούς που δραπετεύουν πρωτίστως στα μαρσπιέ. Ωφέλιμη δύναμη έχει ακόμη αρκετή, φτάνοντας άνετα και πάνω από τις 8.000, συνεχίζοντας να φορτώνει χιλιόμετρα, είναι όμως σαφές πως ψηλά δεν έχει και πολλά. Σημαντικό προσόν στο οπλοστάσιό του είναι ο μονόδρομος συμπλέκτης, κάτι που θα κάνει πιο εύκολα τα κατεβάσματα δίχως να χοροπηδά ο πίσω τροχός.
Από πλευράς κατανάλωσης η μέση τιμή των 7,2 λίτρων ανά 100 χιλιόμετρα που μετρήσαμε είναι μια χαρά για τα δεδομένα της κατηγορίας, προσφέροντας με χαρακτηριστική ευκολία αυτονομία άνω των 300 χιλιομέτρων στο 1050 Adventure. Δε θα βρείτε και πολλές μοτοσικλέτες σε αυτά τα κυβικά που να καίνε με τόση άνεση τόσο λίγο.
Τέλος αξίζει να ξεχωρίσουμε πως τα διαστήματα συντήρησης στο 1050 έχουν απλωθεί ανά 15.000 χιλιόμετρα, κάνοντας τη ζωή μαζί του αρκετά φθηνότερη.