Αγοραστικό: Από τα scooter στη μοτοσικλέτα |
Αυτοματοποίηση και τα είδη της |
Διαβάστηκε από 6610 αναγνώστες
|
|
|
Οι αυτόματες μεταδόσεις, σύμφωνα με τα πρόσφατα γεγονότα, θα είναι ένα μηχανολογικό επίτευγμα που θα απασχολήσει το μέλλον των δικύκλων. Φυσικά, κάθε κατασκευαστής προσεγγίζει το θέμα από μια διαφορετική σκοπιά και στο κείμενο που ακολουθεί θα δούμε τις εναλλακτικές προτάσεις (πάνω στο ίδιο θέμα) που υπάρχουν σήμερα. |
|
|
Όσο η τεχνολογία εξελίσσεται τόσο τα όποια τεχνικά προβλήματα που έχουν προκύψει ξεπερνιούνται. Οι αυτόματες μεταδόσεις για τις μοτοσικλέτες μέχρι και πριν λίγα χρόνια μπορούσαν να προσφέρουν τις ευεργετικές τους ιδιότητες μονάχα σε κινητήρες μικρού κυβισμού. Επίσης, το να ξεπεράσεις σε ένα προϊόν τα όποια τεχνικά προβλήματα για να χαρακτηριστεί επιτυχημένο, χρειάζεται και ανταπόκριση από τον κόσμο, που θα πρέπει με τη σειρά του να ξεπεράσει τα όποια ιδεολογικά status. Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει αυτόματα, αλλά απαιτείται κάποιος χρόνος προσαρμογής ώστε να επιτευχθεί η απαραίτητη μεταστροφή στη συνείδηση του κόσμου. Τα τέσσερα σύγχρονα μοντέλα που αποτελούν σταθμό στην κατηγορία των αυτόματων μοτοσικλετών είναι εναλλακτικές προτάσεις, που με τον αγχολυτικό χαρακτήρα που προσφέρει η μετάδοσή τους αποτελούν ιδανική πρόταση για το καλοκαίρι.
|
Yamaha T-Max 500/Scooter |
|
Από την πρώτη χρονιά κυκλοφορίας του, πίσω στο 2001, το T-Max έγινε γνωστό ως ένα scooter άνετο και πρακτικό, διαθέτοντας συνάμα sport συμπεριφορά. Ήταν δυνατό, χάρη στο δικύλινδρο κινητήρα του, και συμπεριφερόταν θαυμάσια, λόγω του εξαιρετικού του στησίματος. Η δεύτερη γενιά του μοντέλου που παρουσιάστηκε το 2008, διατηρεί εκείνα τα στοιχεία του πρώτου μοντέλου, αλλά είναι συνολικά βελτιωμένη και συνεπώς καλύτερη. Το νέο Τ-Μαx είναι επιθετικό στην εμφάνιση, ελαφρύ στην αίσθηση και αψεγάδιαστο στην οδική του συμπεριφορά. Παράλληλα, αν και έχει sport διαθέσεις, καταφέρνει να είναι άνετο και πρακτικό. ¶λλωστε, το γεγονός ότι είναι ένα scooter, το υποχρεώνει να φροντίζει τον αναβάτη του στην καθημερινή αστική μετακίνηση ή στα ταξίδια έξω από την πόλη.
Ο σχεδιασμός του διατηρεί τη χαρακτηριστική φιλοσοφία του scooter, τα πλαστικά έχουν γίνει πιο αιχμηρά από ποτέ και σχηματίζουν επιθετικές γωνίες, δίνοντας τον πιο sport τόνο που είχε ποτέ η οικογένεια T-Max. Αν και με μια φευγαλέα ματιά φανερώνει τον άγριο χαρακτήρα του, από τη θέση του οδηγού δείχνει όλα τα… κυριλέ του στοιχεία. Καθισμένος στη σέλα του, ο αναβάτης θα παρατηρήσει τον εντυπωσιακό νέο πίνακα οργάνων, αλλά και τα νέα πλαστικά που θυμίζουν φιμέ τζάμι, όπως σε ένα ακριβό αυτοκίνητο. Ο χώρος για τα πόδια είναι άφθονος και δίνει τη δυνατότητα στον αναβάτη να επιλέξει ορθές ή ανοιχτές γωνίες για τα γόνατά του. Όσον αφορά στη ζελατίνα του, είναι αρκετά ψηλή και φαρδιά, ώστε να προστατέψει από τον αέρα το κεφάλι, το θώρακα και τους ώμους, όχι όμως και τα χέρια από τους αγκώνες και κάτω.
Ο δικύλινδρος κινητήρας που τόσο εντύπωση είχε προκαλέσει από το πρώτο μοντέλο του T-Max, βελτιώθηκε ακόμα περισσότερο, τονίζοντας τη γραμμικότητα στη λειτουργία του, αλλά και τις επιδόσεις. Το πλαίσιο του T-Max είναι και το πιο εντυπωσιακό στοιχείο σε σχέση με τον ανταγωνισμό του. Η Yamaha, διαθέτοντας μεγάλη τεχνογνωσία στη χύτευση του αλουμινίου, αντικατέστησε το σωληνωτό του προγενέστερου μοντέλου με ένα αλουμινίου με τεχνολογία που χρησιμοποιείται και στα supersport μοντέλα της εταιρείας.
Στην εξαιρετική σταθερότητα του T-Max συμβάλλουν, εκτός από το νέο πλαίσιο, και οι αναρτήσεις. Το πιρούνι έχει διάμετρο 43 χιλ. και δεν πρόκειται να παραπονεθεί κάτω από οποιαδήποτε πίεση. Ωστόσο, δεν είναι τόσο σκληρό ώστε να υστερεί στην άνεση. Την ίδια φιλοσοφία ακολουθεί και το πίσω αμορτισέρ.
Το σύστημα πέδησης είναι και αυτό προσεγμένο, αρκεί να αναφέρουμε τις τετραπίστονες monobloc δαγκάνες που υπάρχουν εμπρός. Η δύναμη και η αίσθηση και στις δύο μανέτες κυμαίνονται σε κορυφαία επίπεδα, ενώ θετικό είναι το γεγονός ότι είναι ρυθμιζόμενες. Επιπλέον, υπάρχει πάντα και η επιλογή της έκδοσης με το ABS.
Το Τ-Max διαθέτει ένα βασικό ατού που δεν είναι άλλο από την οδική του συμπεριφορά. Στις στροφές θα σου δώσει την εντύπωση ότι καθετί πάνω του είναι προσεκτικά διαλεγμένο, προκειμένου να ευνοηθεί η κλίση υπό πίεση. Και στην ευθεία το T-Max θα παραμείνει σταθερό, ακόμη και κοντά στην τελική του. Και όλα αυτά δίχως να του έχουν στερήσει τα πρακτικά στοιχεία της κατηγορίας των scooters.
|
Honda DN-01/Μοτοσικλέτα - scooter |
|
Το DN-01 αποτελεί ό,τι πιο πρωτοποριακό έχει να επιδείξει ο κόσμος της μοτοσικλέτας τα τελευταία χρόνια. Τόσο στον τομέα της αισθητικής όσο και στο μηχανολογικό τρόπο λειτουργίας της μετάδοσης, η Honda κατάφερε να εντυπωσιάσει. Η υλοποίηση του concept που η Honda δούλευε πολλά χρόνια κατάφερε να τραβήξει τα βλέμματα πάνω του, ακόμα και από ανθρώπους που δεν ενδιαφέρονται για την αγορά του.
Ο δικύλινδρος κινητήρας που διαθέτει, κρατά τις ρίζες του από το Transalp, αλλά είναι τελείως διαφοροποιημένος όσον αφορά στη μετάδοσή του. Για την τελευταία ξεχάστε οτιδήποτε έχει να κάνει με γρανάζια, ιμάντες και φυγοκεντρικά συστήματα, μιας και η Honda εξέλιξε ένα πρωτοποριακό σύστημα υδρομηχανικής μετάδοσης. Η λειτουργία του είναι απροβλημάτιστη και σε συνδυασμό με την απόδοση του κινητήρα δημιουργείται μια ήρεμη και αγχολυτική ποιότητα κύλισης. Το πλαίσιο του DN-01 είναι ατσάλινο, διπλό, σωληνωτό, με τις βάσεις για τον κινητήρα να είναι κατασκευασμένες από χυτό σίδερο. Ιδιαίτερη μέριμνα έχει δοθεί στη σχεδίασή του ώστε στην περιοχή της σέλας, οι σωλήνες να περνούν όσο το δυνατόν χαμηλότερα. Το αποτέλεσμα είναι αυτό της low ride αίσθησης οδηγώντας το DN-01, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τα μόλις 690 χιλ. απόστασης της σέλας από το έδαφος. Το ψαλίδι είναι μονόμπρατσο και κατασκευασμένο από αλουμίνιο, κάνοντας σαφείς τις προθέσεις της Honda τα κιλά του DN-01 να κρατηθούν χαμηλά. Το πλαίσιο και οι αναρτήσεις συνεργάζονται αρμονικά υπέρ της άνεσης του οδηγού, δίχως όμως να υστερούν στον τομέα της οδικής συμπεριφοράς, ακόμα και όταν το DN πιεστεί σε ρυθμούς παραπάνω από αυτούς που είναι σχεδιασμένο να κινηθεί. Τα κιλά του μένουν πίσω με το που το ψηφιακό κοντέρ αρχίσει να γράφει το πρώτο χιλιόμετρο, ενώ το σύνολο παρουσιάζει μια τρομερή ομοιογένεια.
Ο κινητήρας δουλεύει αθόρυβα και δίχως υπόνοια κραδασμών, ενώ η «απλωτή» λειτουργία που προσφέρει σε αυτόν η ρύθμιση της μετάδοσης στο drive, γεννά το αίσθημα του easy riding. Οι διαφορετικές λειτουργίες που παρέχει η μετάδοση HFT δεν επεμβαίνουν στη λειτουργία του κινητήρα όπως συμβαίνει στο Mana. Στη manual λειτουργία, τα ηλεκτρικά του DN-01 δεν θα επέμβουν καθόλου στο ανέβασμα των «σχέσεων». Συνεπώς, είναι η μόνη περίπτωση που θα ακούσετε τον κινητήρα να «μπαίνει στον κοφτή». Επίσης, υπάρχει μια σχετική ελευθερία στο ανέβασμα των σχέσεων με τις στροφές του κινητήρα να είναι χαμηλά, αλλά όχι αλόγιστα, μιας και δεν θα μπορέσετε να ανεβάσετε μέχρι και 6η σχέση με τον κινητήρα στις χαμηλές 2.500 σ.α.λ. Ακόμα, το σύστημα θα επέμβει ιδιαίτερα διακριτικά αν έχετε ξεχάσει να κατεβάσετε σχέσεις και ενώ οι στροφές του κινητήρα έχουν πέσει, με το HFT να αναλαμβάνει να το κάνει αυτοβούλως. Επίσης, αν και το μεταξόνιο βρίσκεται στα 1.605 χιλ. και η γωνία κάστερ στις 28 μοίρες, η ευελιξία του DN-01 είναι χαρακτηριστική. Η επιτάχυνση της μοτοσικλέτας και το «νεύρο» του μοτέρ στην επιλογή S του HFT ενισχύονται ελαφρώς σε σχέση με τη λειτουργία drive. Το σύστημα πέδησης είναι από τα καλύτερα που έχουμε δει σε μοτοσικλέτα του είδους, καθώς τα φρένα που συνεργάζονται και διαθέτουν ABS καταφέρνοντας να ακινητοποιήσουν το DN σε μικρή απόσταση και με μέγιστη ασφάλεια.
|
Gilera GP 800/Scooter - Μοτοσικλέτα |
|
Το GP 800 δεν «ταράζει τα νερά» όπως το Mana και το DN, αφού κατά κάποιο τρόπο έχουμε συνηθίσει στην ιδέα των πληθωρικών mega scooters. Ωστόσο, τα 839,3 κ.εκ. χωρητικότητας του δικύλινδρου V κινητήρα του, η μοτοσικλετιστική κατασκευαστική του φιλοσοφία και η αλυσίδα στην τελική μετάδοση, δείχνουν πως η Gillera είχε στο μυαλό της ένα πρότυπο μοτοσικλέτας στη σχεδίαση του GP. Ωστόσο, εκτός των τεχνικών χαρακτηριστικών, και η αίσθηση του GP 800 είναι κοντά σε εκείνη των μοτοσικλετών. Τόσο οι επιδόσεις του όσο και η οδική του συμπεριφορά είναι εφάμιλλες των μοτοσικλετών της μεσαίας κατηγορίας.
Αισθητικά, το GP 800 δεν διαφέρει πολύ από κάθε άλλο scooter, με τη διαφορά ότι καταφέρνει να δείχνει επιβλητικό και εντυπωσιακό. Η θέση οδήγησης είναι κατά βάση όρθια, ενώ ο χώρος για τα πόδια είναι ικανοποιητικός, με τη σέλα να είναι άνετη και το αφρώδες της μεσαίας σκληρότητας. Η ζελατίνα είναι ρυθμιζόμενη και μάλιστα ηλεκτρονικά. Αν από ένα τέτοιο scooter περιμένεις όχι μεγάλους, αλλά τεράστιους χώρους, δυστυχώς το μοντέλο της Gilera θα σε απογοητεύσει. Ο μοναδικός αποθηκευτικός του χώρος βρίσκεται κάτω από τη σέλα και είναι μικρός. Πάντως, ο όγκος που καταλαμβάνει ο κινητήρας και τα παρελκόμενα αυτού, αλλά και το γεγονός ότι η κατασκευαστική δομή του GP800 απέχει πολύ από την κλασική των scooters, αποτελούν σίγουρα μία πολύ καλή δικαιολογία.
Το δικύλινδρο και υγρόψυκτο μοτέρ αποδίδει 75 ίππους στις 7.250 σ.α.λ. και 7,7 κιλά ροπής στις 5.750 σ.α.λ. Επιπλέον, ο τρόπος που η ισχύς του κινητήρα περνά στην τελική μετάδοση και έπειτα στο δρόμο είναι υποδειγματική. Το πλαίσιό του είναι ατσάλινο, σωληνωτό και «αγκαλιάζει» τον κινητήρα, υποσχόμενο ακαμψία και ακλόνητη συμπεριφορά. Η σταθερότητα, η απουσία ενοχλητικών κραδασμών και η οδική συμπεριφορά του GP 800 αποδεικνύουν πως οι υποσχέσεις αυτές τηρούνται κατά γράμμα! Το scooter κινείται ευέλικτα και σταθερά, ενώ οι κλίσεις έρχονται με μεγάλη ευκολία, χωρίς να κλονίζουν την εμπιστοσύνη του αναβάτη. Το πρώτο σημείο που θα σου τραβήξει το βλέμμα σε ό,τι αφορά το πακέτο των αναρτήσεων, είναι το μεγαλοπρεπές αλουμινένιο ψαλίδι, πάνω στο οποίο εδράζεται μονό αμορτισέρ. Το σύστημα πέδησης εμπρός περιλαμβάνει δύο δίσκους 300 χιλ. με διπίστονες δαγκάνες της Brembo, ενώ πίσω υπάρχει δίσκος 280 χιλ. με διπίστονη δαγκάνα (επίσης της Brembo).
Είτε μιλάμε για επιβράδυνση είτε για ακινητοποίηση των 245 κιλών του, αυτή επιτυγχάνεται άμεσα και με απόλυτη ασφάλεια. Σίγουρα, ο πρώτος χαρακτηρισμός που θα δώσεις στο GP 800 είναι «τουριστικό scooter». Είναι ισχυρό, άνετο και… εύσωμο. Επιπλέον, συμπεριφέρεται σαν μοτοσικλέτα και μπορεί να κινηθεί ευέλικτα. Μέσα στην πόλη, το θέμα του όγκου είναι το μόνο που θα αντιμετωπίσει ο αναβάτης και μόνο στην περίπτωση που θα θελήσει είτε να κινηθεί ανάμεσα σε στενά περάσματα είτε να κάνει επιτόπιους ελιγμούς. Οι καλές εντυπώσεις θα γίνουν άριστες όταν το scooter της Gilera επιχειρήσει να ταξιδέψει. Ο κινητήρας θα ανεβάσει στροφές γρήγορα και θα χαρίσει υψηλές ταχύτητες στο GP, με τον οδηγό να προφυλάσσεται ικανοποιητικά λόγω της ποδιάς και της ζελατίνας.
|
Aprilia Mana NA 850 Mana/Μοτοσικλέτα |
|
Το Mana ήταν η πρώτη σύγχρονη αυτόματη μοτοσικλέτα. Η Aprilia διαθέτοντας τη δική της τεχνογνωσία με τις sport μοτοσικλέτες και τα scooter και έχοντας τη βοήθεια της Piaggio, κατάφερε να κατασκευάσει την ξεχωριστή αυτή πρόταση. Η εν λόγω μοτοσικλέτα συνδυάζει δυναμικά στοιχεία και πρακτικές εφαρμογές από το χώρο των scooters. Φυσικά, μεγάλη καινοτομία της είναι η μετάδοσή της, που είναι αυτόματη, προσφέροντας επίσης τη δυνατότητα σειριακής λειτουργίας. Ο περιφερειακός εξοπλισμός του Mana είναι αξιόλογος και θα βάλει τα γυαλιά σε πολλές μοτοσικλέτες με σαφώς πιο σπορ καταβολές. Οι σχεδιαστές του ΝΑ έπαιξαν με τις ασυμμετρίες και βγήκαν νικητές. Κοιτώντας μεμονωμένα τμήματα της μοτοσικλέτας, σχεδιαστικά είναι αρκετά διαφορετικά το ένα με το άλλο (καμπυλωτή ουρά, γωνιασμένο ρεζερβουάρ), αλλά συνδυάζονται τόσο αρμονικά που το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Σε γενική ομολογία, το Mana αρέσει, ενώ είναι προσεγμένο στη λεπτομέρεια, γεγονός που γίνεται εύκολα αντιληπτό από το φιλτροκούτι, τη σκανδάλη του χειρόφρενου, το λευκό ταχύμετρο, το ρομβοειδές ψαλίδι, τις χρυσές δαγκάνες… και η λίστα τείνει στο άπειρο. Το άριστο ραφινίρισμα του κινητήρα είναι χαρακτηριστικό της ποιότητας του συνόλου.
Ο κινητήρας του ΝΑ 850 κατασκευάζεται από την Aprilia, είναι δικύλινδρος σε V διάταξη, με περιεχόμενη γωνία μεταξύ των κυλίνδρων τις 90 μοίρες. Στην τροφοδοσία υπάρχει σύστημα ηλεκτρονικού ψεκασμού, ενώ για πληρέστερη καύση κάθε κύλινδρος διαθέτει δύο μπουζί. Ο κινητήρας αποδίδει 76 ίππους στις 8.000 σ.α.λ. και διαθέτει ικανοποιητικά αποθέματα ροπής της τάξης των 7 kgm και μάλιστα σε μια ιδιαίτερα χαμηλή κλίμακα στροφών (5.000 σ.α.λ.). Η μετάδοση με CVT που χρησιμοποιεί η Aprilia είναι ό,τι πιο σύγχρονο και πρωτοποριακό έχει παρουσιαστεί μέχρι σήμερα στις μοτοσικλέτες. Η αίσθηση (όχι η λειτουργία) που έχει το CVT του NA θυμίζει κανονικό κιβώτιο ταχυτήτων, μιας και οδηγός μπορεί στη λειτουργία Gear να αλλάζει κατ’ επιλογή το βήμα της μετάδοσης. Μάλιστα, αυτό μπορεί να γίνει είτε με τον κλασικό τρόπο από το λεβιέ στο αριστερό πόδι είτε από το μπουτόν στο αριστερό γκριπ και φυσικά δίχως τη χρήση συμπλέκτη. Στην επιλογή Drive (αυτόματη), ο οδηγός μπορεί να επιλέξει μεταξύ τριών διαφορετικών λειτουργιών στην απόδοση του κινητήρα και της μετάδοσης: Rain, Turing, Sport.
Το NA 850 Mana δεν είναι σίγουρα superbike μοτοσικλέτα, αλλά έχει σαφείς sport καταβολές. Δίχως να χάνει μέρος της φιλικής του συμπεριφοράς, μπορεί να αντεπεξέλθει ικανοποιητικότατα και σε ιδιαίτερα γρήγορους ρυθμούς. Ο κινητήρας με τη βοήθεια του CVT χαρίζει στη μοτοσικλέτα ενθουσιώδεις ρεπρίζ (πλην της επιλογής Rain). Εντύπωση προκαλεί το πόσο καλοζυγισμένο είναι το Mana, επιτρέποντας μικρής ακτίνας ελιγμούς. Το σύστημα πέδησης παρέχει καλή πληροφόρηση και, αν και δυνατό, διατηρεί γραμμική λειτουργία. Το παραπάνω γεγονός, σε συνδυασμό με το στιβαρό πλαίσιο και τις άκαμπτες μπουκάλες του μπροστινού συστήματος, επιτρέπει μικρές αποστάσεις ακινητοποίησης
|
|
|
|
|
|