Το “Enduro” είναι μεγάλη μοτοσικλέτα. Ίσως όχι τόσο όσο οι πλέον “τροφαντοί” εκπρόσωποι της κατηγορίας αλλά σίγουρα μεγάλη, με τον όγκο του 30άλιτρου ρεζερβουάρ να αποτελεί το peak αυτού του μαξιμαλισμού. To βάρος, ειδικά όταν η μοτοσικλέτα είναι full γεμάτη το αισθάνεσαι αρκετά, είναι ψηλά και επάνω και σε συνδυασμό με την μεγάλη απόσταση της σέλας από το έδαφος, τα μέσα αναστήματα και τα αγύμναστα πόδια, θα δυσκολευτούν να σηκώσουν την μοτοσικλέτα, όταν αυτή αναπαύεται στο πλάγιο σταντ. Ξεκινάμε λοιπόν με μια επιφύλαξη, βάζουμε το riding mode στο Urban (κόβονται 60 ίπποι και η απόδοση είναι εξαιρετικά ομαλή) και πάμε να δούμε τι κάνει αυτή η Ιταλίδα οδαλίσκη, μέχρι που να σπάσει ο πάγος.
Με έκπληξη διαπιστώσαμε ότι το “Enduro” αγαπά τα συντακτικά κλισέ και πραγματικά, “με το που κυλήσουν οι τροχοί, το βάρος εξαφανίζεται”! Όντως έτσι είναι, και αυτό οφείλεται στο πολύ καλό ζύγισμα της μοτοσικλέτας αλλά και στο μεγάλο και ψηλό τιμόνι που προσφέρει καλούς μοχλούς για να κουμαντάρει κανείς το “θεριό” εύκολα. Όσο ξεθαρρεύεις, ανακαλύπτεις ότι το “Enduro” ανταποκρίνεται πολύ καλά -τηρουμένων των αναλογιών- στο αστικό πεδίο, αρκεί να μην στενέψουν και... ακινητοποιηθούν πολύ τα πράγματα, ώστε να χρειάζονται πόδια κάτω και σλάλομ ταχύτητας βαδίσματος ανάμεσα στα αυτοκίνητα. Ο όγκος και τα κιλά δεν κρύβονται σε αυτή την περίπτωση. Όπως και να έχει,η μοτοσικλέτα φωνάζει ανοικτό δρόμο, στροφιλίκια και γενικά απόδραση από το κλεινόν άστυ και εμείς της κάναμε την χάρη και την πήγαμε μια εκδρομή στην Εύβοια, για να διαπιστώσουμε το ποιόν της στο μικτό πεδίο για το οποίο σχεδιάστηκε.
Έχοντας κάνει μάλιστα το “αγροτικό” μας στη πόλη (οξύμωρο) είχαμε συνηθίσει τα χούγια της, είχαμε μάθει να χειριζόμαστε το ηλεκτρονικό οπλοστάσιο της και είμασταν καθ όλα έτοιμοι! Touring mode και φύγαμε για εθνική λοιπόν. Ε ναι, απόλαυση! Πολύ το touring γονίδιο στο DNA του “Εnduro”: Εξαιρετική κάλυψη, γκάζι για να εξανεμιστούν οι αποστάσεις σε χρόνο dt, σταθερό ακόμη και σε ταχύτητες 200+ χλμ./ώρα, συμπεριφορά GT στις παρατεταμένες που τις στρίβει όπως έρχεται... και έρχεται με πολλά! Σε ότι αφορά στο τελευταίο, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις ημιενεργητικές αναρτήσεις που εντυπωσιάζουν με την λειτουργία τους. Χαλκίδα, λίγα βαρετά χιλιόμετρα μέχρι που να βγούμε από την πόλη και να τα ωραία αλλά δύσκολα σε χάραξη και μέτρια ως χάλια σε ποιότητα ασφάλτου στροφιλίκια.
Sport mode... η απόδοση αγριεύει και αυτό φαίνεται στις μεσαίες όπου η μοτοσικλέτα πετάγεται μπροστά με απίστευτο “τσαμπουκά” στο άνοιγμα του γκαζιού. Όλα τα e-που φέρει στον εξοπλισμό της αποδεικνύουν την αξία τους, κάνοντας την εμπειρία... φιλική και προσιτή σε όλους. Μικρά σουζάκια και παντιλικάκια επιτρέπονται αλλά πάντα ελεγχόμενα, ενώ οι αναρτήσεις με πρωταγωνιστή το πιρούνι δίνουν ρέστα, παρέχοντας απίστευτη πληροφόρηση για τα τεκταινόμενα μεταξύ των τροχών και του δρόμου. Η εμπιστοσύνη που σου δίνει το μπροστινό είναι απίστευτη και μάλλον πρόκειται για την κορυφαία στην κατηγορία, κάτι που σε συνδυασμό με τις συνεχείς ρυθμίσεις των αποσβέσεων και τα εξαιρετικά Scorpion Trail II της Pirelli, σου δίνουν την εντύπωση ότι οι γνωστές αυτές διαδρομές μόλις έχουν στρωθεί με φρέσκια άσφαλτο. Φρένα πανίσχυρα και με αίσθηση, επιβραδύνουν όλο αυτόν τον όγκο και τα κιλά με χαρακτηριστικά άνεση και χωρίς δράματα, αφού το DSS φροντίζει ώστε το πιρούνι να μην βυθίζεται πολύ, κάτι που θα είχε αποτέλεσμα το ζόρισμα του μπροστινού ελαστικού και την αποφόρτιση του πίσω.
Εξαιρετική συνολικά λοιπόν η συμπεριφορά του “Enduro” στα στροφιλίκια και τολμούμε να πούμε, πολύ πιο ταιριαστή από αυτή του Multistrada, που παρότι εξαιρετική επίσης μοτοσικλέτα, αρμόζει σε πιο “αλφαδιά” και καλής χάραξης δρόμους, που στην Ελλάδα απλά σπανίζουν. Ο 19” τροχός (και η ακτινωτή του φύση), η κάτι της πιο “αργή” γεωμετρία του “Εnduro” και οι μεγαλύτερες -αλλά πλήρως ελεγχόμενες για πλεύσεις- διαδρομές των αναρτήσεων, δημιουργούν ένα πιο φιλικό και λιγότερα απόλυτο σύνολο. Μήπως και πιο αργό στην εκτέλεση των εντολών;.. θα αναρωτηθεί κάποιος. Όχι όσο θα περίμενε κανείς, μιας και η πολύ μεγάλη σε μέγεθος τιμονάρα και η πολύ καλή της θέση, επιτρέπουν να πιάσεις το “Enduro” από τα κέρατα και να το “υποτάξεις”.
Στην Εύβοια υπάρχει επίσης ένα εκτεταμένο δίκτυο χωματόδρομων και αδράξαμε την ευκαιρία για να δοκιμάσουμε και το Εnduro Mode. Tα ελαστικά δεν επέτρεπαν κάτι περισσότερο από μια απλή διάσχιση, οπότε το αν η μοτοσικλέτα είναι καλή για να τραβήξει κανείς κατά μήκος την Πίνδο, δεν μπορούμε να το απαντήσουμε. Ωστόσο ακόμα και μέσα από αυτή την ολιγόλεπτη εμπειρία, αποδείχτηκε ότι το συγκεκριμένο mode και ο On-Off χαρακτηρισμός, δεν είναι απλά κόλπα του marketing. Η απόδοση του μοτέρ “γλύκανε” σε μεγάλο βαθμό, οι αναρτήσεις “μελώσανε” καταπίνοντας μικρές και μεγάλες ανωμαλίες και τελικά αποδείχτηκε ότι το χώμα δεν είναι απογορευμένο πεδίο. Το να σηκωθεί κάποιος όρθιος στα μαρσπιέ είναι πανεύκολο και αν δεν βιαζόμασταν να επιστρέψουμε στην Αθήνα, τίποτα δεν θα μας εμπόδιζε να συνεχίσουμε χωρίς κανένα φόβο την περιήγηση μας μέσα στο δάσος.
Για περισσσότερα στο χώμα, χρειάζεται σίγουρα αλλαγή ελαστικών με κάτι “τακουνάτο”, εμπειρία και γνώση της τεχνικής για την οδήγηση τέτοιων μοτοσικλετών στα δύσκολα και... μπράτσα, στην περίπτωση που σου πέσει κάτω. Βγάινοντας από το μικρό μας σουλάστο στο χώμα, η ώρα είχε περάσει... επιστροφή πίσω, το Sport mode επιλεγμένο και λύσσα στην εθνική. 230 στο κοντέρ και...ηρεμία πνεύματος, ούτε κουνάει , ούτε “λυγάει”. Πιο πάνω δεν πάει, είναι πιο κοντά γραναζωμένο από το Multi αλλά οκ, δεν νομίζω να παραπονεθεί κάποιος γιατί δεν “χτυπάει” 300άρες ένα Μega On-Off. Aπό κατανάλωση super, από 6,5 λίτρα στα 100 χιλιόμετρα αν το οδηγάς ήρεμα μέσα στην πόλη, μέχρι κοντά στα 9 αν στην εθνική του πίνεις το αίμα και αυτό για αντίποινα σου πίνει την βενζίνη. Τα 7,4 λίτρα για μικτή χρήση, είναι μια πολύ καλή τιμή κατανάλωσης για κινητήρα 1200 κ.εκ.