Είτε θέλεις αστική μετακίνηση, με παρέα ή χωρίς, είτε θέλεις διασκεδαστικές βόλτες Σαββατοκύριακου, εκδρομές εκτός της πόλης και ταξίδια, το HondaCB500F είναι έτοιμο να ικανοποιήσει κάθε «ασφάλτινη» ανάγκη με μεγάλη ευκολία οδήγησης και προσβασιμότητα στους κατόχους Α2.
+: Ευκολία-συμπεριφορά οδήγησης, πολλαπλότητα ρόλων -: «Tσιμπημένη» τιμή
Honda CB500F 2021 - Test
To Honda CB500F αποτελεί την street μοτοσυκλέτα της σειράς CB500, μιας άκρως επιτυχημένης γκάμας μοτοσυκλετών από την Honda που εδώ και πολλά χρόνια κερδίζει τους αναβάτες, με την οικονομία σε καθημερινή χρήση, την πολλαπλότητα ρόλων και την υψηλή ποιότητα. Με τον ίδιο κινητήρα του υπερ-επιτυχημένου CB500X, το CB500F είναι η ξεκάθαρα... δρομίσια πρόταση της Honda στα μεσαία κυβικά, για αναβάτες που αρέσκονται στις εντός δρόμου εμπειρίες. Για το 2021, το μοντέλο πήρε ανανεώσεις και βρέθηκε στα χέρια μας, για μια αναλυτική δοκιμή...
Τα σπορ γονίδια δεν κρύβονται, όταν κοιτάς το μοντέλο από μπροστά αλλά και από προφίλ. Εννοείται LED ο προβολέας, όπως και τα φλας.
To CB500F υπέστη μια τεράστια σχεδιαστική αναβάθμιση για το 2019 και η εμφάνιση του παραμένει σε κάθε περίπτωση σύγχρονη, άρα δεν χρειάζεται εκτεταμένες επεμβάσεις. Η σχεδίαση του CB500F είναι έντονη, γεμάτη με γωνίες και τεθλασμένες γραμμές ώστε ο απαραίτητος δυναμισμός να εκπέμπεται με σαφήνεια. Παρόλα αυτά, το design δεν φέρει υπερβολές, ένα χαρακτηριστικό της Honda η οποία δεν συνηθίζει στον περιττό διάκοσμο. Στις αποχρώσεις της μοτοσυκλέτας, κυριαρχεί το μαύρο το οποίο συνδυάζεται με κόκκινο και μπλε, ανάλογα με τον χρωματικό συνδυασμό–υπάρχει φυσικά και η «ολόμαυρη» εκδοχή που δοκιμάσαμε εμείς. Λίγο παραπάνω χρώμα π.χ. στην ουρά, θα ήταν ωραίο να υπήρχε στους άλλους διαθέσιμους συνδυασμούς αφού θα «έσπαγε» κάπως το μπόλικο μαύρο, ωστόσο μεταλλικές αποχρώσεις σε σημεία όπως τα καπάκια του κινητήρα (απόχρωση μαγνησίου), όσο και το «βουρτσισμένο» look των προστατευτικών της εξάτμισης παίζουν τον δικό τους ρόλο. Στο επιθετικό σχεδιαστικό σύνολο προσθέτουν και τα εξ ολοκλήρου LED φωτιστικά σώματα, ενώ η ουρά είναι αρκετά μακριά, με αποτέλεσμα η βάση πινακίδας να μην προεξέχει άκομψα προς τα πίσω. Ποιοτικά, δεν τίθεται λόγος αμφισβήτησης, μιας και το επίπεδο είναι υψηλότατο και δεν αφήνει καμία απολύτως λαβή για παράπονα. Από τα κορυφαία υλικά, στην αψεγάδιστη συναρμολόγηση και την χαρακτηριστική προσοχή στην λεπτομέρεια, το CB500F δίνει μαθήματα στον τομέα αυτό, ανταποκρινόμενο στις προσδοκίες από μια μάρκα όπως η Honda.
Τα σπορ γονίδια δεν κρύβονται, όταν κοιτάς το μοντέλο από μπροστά αλλά και από προφίλ. Εννοείται LED ο προβολέας, όπως και τα φλας.
Το επίπεδο άνεσης των δύο σελών είναι απόλυτα επαρκές για το πεδίο χρήσης του CB500F.
Η θέση οδήγησης του CB500F έχει στόχο την άνεση του αναβάτη για τα ποικίλα σενάρια χρήσης του CB και κατά συνέπεια, η τοποθέτηση του σώματος είναι όρθια. Το πλάτος του τιμονιού είναι αρκετό ώστε να χέρια του αναβάτη να βρίσκονται σε άνετη, ανοικτή θέση, ενώ τα μαρσπιέ τοποθετούν τα πόδια σε μια ελαφρώς οξεία γωνία και σε καλή επαφή με το ρεζερβουάρ της μοτοσυκλέτας. Η ευμεγέθης σέλα του αναβάτη επιτρέπει ένα μικρό εύρος τοποθέτησης του κατά μήκος, ενώ έχει έντονα σκαλίσματα στο εμπρός της μέρος για ευκολότερη πρόσβαση των ποδιών στο έδαφος –η απόσταση της από αυτό, ανέρχεται στα 785 χιλιοστά. Το αφρώδες της είναι μέτριας σκληρότητας και δεν θα κουράσει ακόμα και σε μεγαλύτερες διαδρομές. Αισθητά σκληρότερη είναι η θέση του συνεπιβάτη, όχι όμως σε επίπεδο που θα στερήσει την βασική άνεση μιας μετακίνησης. Οι χειρολαβές για τον συνεπιβάτη βρίσκονται εύκολα στο κάτω μέρος της ουράς, ενώ το ύψος των μαρσπιέ κρίνεται σωστά ρυθμισμένο.
Η LCD οθόνη οργάνων είναι πλέον ένα χαρακτηριστικό στοιχείο των μοντέλων της Honda. Απόλυτα λειτουργική και επαρκής για το CB500F.
Στην θέση οδήγησης, τα χειριστήρια είναι τα τυπικά για μια street μοτοσυκλέτα, αφού ο αναβάτης δεν έχει να «ανησυχεί» για ρυθμίσεις πολλαπλών ηλεκτρονικών. Αξίζει να αναφέρουμε ότι η μανέτα του εμπρός φρένου είναι ρυθμιζόμενη –αν ήταν και του συμπλέκτη το ίδιο, θα μιλούσαμε για το ιδανικό σενάριο. Τα όργανα του μοντέλου βασίζονται στην εμφανισιακή ταυτότητα που πρώτο το CB1000Rπαρουσίασε, με το χαρακτηριστικό σκούρο φόντο και τις φωτεινές ενδείξεις. To επίπεδο των ενδείξεων κρίνεται πληρέστατο για τα δεδομένα της CB500F, απεικονίζοντας επιλεγμένη σχέση, ώρα, μέση και στιγμιαία κατανάλωση αλλά και 2 μερικούς χιλιομετρητές.
Ένας κινητήρας συνώνυμος του success story: 48 ίπποι που αποδίδονται με ελαστικότητα αλλά και… τσαγανό, αν το επιδιώξετε.
Τα λόγια περιττεύουν για το πασίγνωστο δικύλινδρο μηχανικό σύνολο της Honda, που κινεί ολόκληρη την οικογένεια των CB. O δικύλινδρος των 478 κυβικών εκατοστών δέχθηκε εκτεταμένες αλλαγές το 2019, χάρη στις οποίες απέκτησε μεγαλύτερη ισχύ στις χαμηλομεσαίες στροφές, ενώ πολλά από τα εσωτερικά του τμήματα χρησιμοποιούν τεχνολογία απευθείας από τον κόσμο των CRB-RR. Για το 2021, η βασικότερη αλλαγή είναι η εναρμόνιση με τις προδιαγραφές ρύπων Euro 5, για τις οποίες η Honda πέτυχε πάνω από 40% μείωση στους εκπεμπόμενους υδρογονάνθρακες, υιοθέτηση αυστηρότερου ορίου στα μικροσωματίδια και αυστηρότερη ανίχνευση κακής ανάφλεξης.
Παρά τις αλλαγές, το μοτέρ δεν έχασε ισχύ, η οποία διατηρείται στους 47,6 ίππους στις 8.600 σαλ, με την μέγιστη ροπή να ανέρχεται στα 4,4 kgmστις 6.500 στροφές. Φυσικά αυτό σημαίνει ότι το μοντέλο είναι κατάλληλο και για οδήγηση με Α2 δίπλωμα. Ο κινητήρας χρησιμοποιεί συμπλέκτη ολίσθησης/υποβοήθησης, που συνδέεται με κιβώτιο ταχυτήτων 6 σχέσεων –ακόμη μια αλλαγή από την μεγάλη αναθεώρηση του 2019. Η εξάτμιση με την διπλή απόληξη συμβάλλει σε μια καλύτερη ηχητική εμπειρία, όπως μπορούμε να σας βεβαιώσουμε και εμείς: Ο κινητήρας έχει έναν απολαυστικό «μπάσο» ήχο στις χαμηλές στροφές που σε προκαλεί να κάνεις το ένα ξερόγκαζο μετά το άλλο, ενώ ακόμη και κοντά στον κόφτη ο ήχος διατηρεί την ποιότητα του.
Κατά τις μετρήσεις επιδόσεων, το μοντέλο κατάφερε επιτάχυνση στα 100 χλμ/ώρα από στάση σε 5,7 δευτερόλεπτα, ενώ σε επιτάχυνση με 4η σχέση από 60 στα 120 χλμ/ώρα, χρειάστηκαν 7,1 δευτερόλεπτα. Στην κατανάλωση, το CB500F ικανοποιεί πετυχαίνοντας 4,5 λίτρα ανά 100 χλμ, όπως μετρήσαμε σε μέσο κύκλο αλλά με αρκετές στιγμές πιο ενθουσιώδους οδήγησης. Το επίπεδο κατανάλωσης κρίνεται λογικό, ενώ τα 17,1 λίτρα του ρεζερβουάρ προσφέρουν πάνω από 380 χιλιόμετρα αυτονομίας σε κάθε περίπτωση. Αύξησε την ισχύ του Honda CB500F με φίλτρο DNA, το πρώτο ελληνικό προϊόν που χρησιμοποιήθηκε σε μαζική παραγωγή μοτοσυκλέτας.
Πολύ καλά ρυθμισμένες οι αναρτήσεις, επαρκή σε ισχύ και αίσθηση τα φρένα.
Το πλαίσιο από ατσάλινους σωλήνες με διάμετρο 35 χιλιοστών, δεν υπέστη αλλαγές για την νέα γενιά του μοντέλου. Σε συνδυασμό με την χρήση του κινητήρα ως ενεργού στοιχείου, το πλαίσιο έχει προσεκτικά μελετημένη ακαμψία για την βέλτιστη οδηγική συμπεριφορά. Στις αναρτήσεις, χρησιμοποιείται ένα τηλεσκοπικό πιρούνι εμπρός διαμέτρου 41 χιλιοστών και μονό αμορτισέρ πίσω. Τόσο το αμορτισέρ όσο και το πιρούνι ρυθμίζονται σε προφόρτιση, μια ιδιαίτερα ευχάριστη έκπληξη ενός χαρακτηριστικού που δεν συναντάς, ακόμη και σε αρκετά ακριβότερες μοτοσυκλέτες.
Πολύ καλά ρυθμισμένες οι αναρτήσεις, επαρκή σε ισχύ και αίσθηση τα φρένα.
Στα φρένα, χρησιμοποιείται ένας δίσκος διαμέτρου 320 χιλιοστών, σε συνεργασία με μια δαγκάνα ενός εμβόλου εμπρός, ενώ για τον πίσω τροχό φροντίζει ένας δίσκος 240 χιλιοστών κε δαγκάνα ενός εμβόλου. Αν και σίγουρα κάποιοι θα σχολιάσουν αρνητικά την ύπαρξη ενός μόνο δίσκου στο εμπρόσθιο φρένο, οι μετρήσεις απέδειξαν την απόλυτη επάρκεια του όταν χρειάζεται: Το CB500F ακινητοποιήθηκε σε 42,7 μέτρα από τα 100 χλμ/ώρα, μια σε κάθε περίπτωση αξιοπρεπή επίδοση.
Μια σχέση με καθημερινή επαφή, οφείλει κυριολεκτικά να φλερτάρει με την τελειότητα: Είτε μιλάμε για ανθρώπους, είτε για οχήματα όπως στην συγκεκριμένη περίπτωση. Το CB500F έχει κατασκευαστεί για να είναι ο καθημερινός σου street σύντροφος και η συμπεριφορά του στο δρόμο, επισφραγίζει την «θεωρητική» ανάλυση που κάναμε μέχρι τώρα. Βασικό ρόλο στον χαρακτήρα του CB παίζει ο δικύλινδρος κινητήρας, με τους 48 ίππους του να είναι παραπάνω από επαρκείς. Το «πάρτυ» ελαστικότητας ξεκινά στις 4.000 στροφές, από όπου το μοτέρ «τραβά» αγόγγυστα και με άμεση, χαρακτηριστικά... δικύλινδρη απόκριση στο γκάζι, όμως ακόμη και στις χαμηλές στροφές, η δύναμη του είναι όση χρειάζεται για τις χαμηλότερες αστικές ταχύτητες. Συμπλέκτης και κιβώτιο ταχυτήτων είναι μαλακά και πολύ εύχρηστα, ενώ η απουσία οποιουδήποτε βοηθήματος όπως το traction control, δεν προβληματίζει: Το επίπεδο ισχύος σε συνδυασμό με τα περιθώρια πρόσφυσης του CB500F δεν επιτρέπουν δυσάρεστες εκπλήξεις.
Όπως χαρακτηριστικά... μονολογήσαμε πολλές φορές κατά την διάρκεια της συμβίωσης μας με το CB500F, αν θα έπρεπε να χωρέσουμε το σύνολο των οδηγικών μας εντυπώσεων σε μια λέξη, αυτή θα ήταν «έλεγχος». Πράγματι, η γεωμετρία και το στήσιμο του πλαισίου και τον αναρτήσεων, έχουν ως αποτέλεσμα μια ακριβέστατη και ιδιαίτερα σβέλτη απόκριση της μοτοσυκλέτας στις εντολές του αναβάτη. Εντός πόλης, αρκεί μόνο να δεις και να... σκεφτείς ποια είναι η κατεύθυνση που θα εκτελέσεις και το CB500F ακολουθεί τις εντολές σου, σαν πιτσιρίκι που του έταξες παγωτό το καλοκαίρι. Πέρα όμως από κάθε αστεϊσμό, η συμπεριφορά αυτή του CB500F θα διευκολύνει πολύ τους λιγότερο έμπειρους ή περιστασιακούς αναβάτες κάνοντας το μοντέλο εύκολο στο χειρισμό, αλλά θα προσφέρει και απόλαυση στους πιο έμπειρους χρήστες, καθώς θα μπορούν να οδηγήσουν το CB όπως ακριβώς θέλουν, χωρίς κόπο.
Οι αναρτήσεις είναι ρυθμισμένες μαλακά, δίνοντας σαφή έμφαση στην άνεση και μια βόλτα σε κακοτράχαλους δρόμους μιας τυπικής ελληνικής πόλης, το επιβεβαιώνει καθώς οι κακοτεχνίες δεν θα περάσουν στον αναβάτη και τον συνεπιβάτη. Η υψηλή ποιότητα κύλισης, μαζί με την ικανότητα του μοτέρ των 48 ίππων να κινήσει το CB σε αξιοπρεπέστατους ρυθμούς, ανοίγουν πολλές πόρτες για εκτός πόλης οδήγηση, είτε για δουλειά είτε για διασκέδαση. Στον αυτοκινητόδρομο, η CB500F φτάνει ακόμα και τα 180 χιλιόμετρα στο κοντέρ κάνοντας τα ταξίδια μια απλή υπόθεση, ενώ τα χαμηλότερα επίπεδα ανεμοκάλυψης είναι κάτι που περιμένεις από μια naked μοτοσυκλέτα (αν κινηθείτε πάνω από τα 140, βέβαια, θα χρειαστείτε περισσότερη υπομονή). Σε συνθήκες επαρχιακού, η ουδέτερη συμπεριφορά του CB500F σε διασκεδάζει στις στροφές, ενώ ο κινητήρας εκπλήσσει στα ψηλά και στο πολύ ανοικτό γκάζι: Παρουσιάζει μια σπιρτάδα και έναν δυναμικό ήχο που δεν τον περιμένεις απαραίτητα από έναν δικύλινδρο σε σειρά, ρυθμισμένο για καθημερινή χρήση. Αν παρασυρθείτε και οδηγήσετε επιθετικά, οι μαλακές αναρτήσεις θα σας προειδοποιήσουν έγκαιρα για τα όρια του συνόλου το οποίο όμως παραμένει ικανότατο, τηρουμένων των αναλογιών μιας urban/streetμοτοσυκλέτας. Τέλος, όπως γράψαμε και παραπάνω, τα φρένα στέκονται στο ύψος των απαιτήσεων της CB500F καθώς η ισχύς τους είναι όση χρειάζεται για τις επιβραδύνσεις, κανονικές ή έντονες, ενώ το επίπεδο αρχικού δαγκώματος είναι ήπιο, με υψηλή προοδευτικότητα στην συνέχεια και ικανοποιητική αίσθηση σε μανέτα και πεντάλ.
Το CB500F ενστερνίζεται όλες τις αρετές της οικογένειας του, αποτελώντας μια πιο street πρόταση σε σχέση με το πολύ γνωστό CB500X, που ακολουθεί τα μονοπάτια των Adventure. Σε κάθε περίπτωση, η CB500F είναι μια ικανότατη μοτοσυκλέτα καθημερινής χρήσης, που εστιάζει μεν στην ευχρηστία αλλά καταφέρνει να προσφέρει μια ικανή δόση διασκέδασης για έμπειρους και μη. Η τιμή του μοντέλου μπορεί να είναι ελαφρώς υψηλή, για τα δεδομένα της πολυπληθούς κατηγορίας που δίνει επιλογές και σε μεγαλύτερα κυβικά, όμως η κορυφαία ποιότητα κατασκευής και συμπεριφοράς, αλλά και το προτέρημα συμβατότητας με το δίπλωμα A2 δικαιολογούν τελικά την επένδυση, σε μια από τις πλέον ολοκληρωμένες πολυχρηστικές μοτοσυκλέτες.