Ίσως όσον αφορά στο πλαίσιο οι ¶γγλοι μηχανικοί να υπερέβαλαν εαυτούς, χτίζοντας ένα από ατσάλινους σωλήνες, το οποίο καταφέρνει πανεύκολα να δαμάσει την ιπποδύναμη του νέου κινητήρα. Μην ξεχνάτε ότι το βρετανικό κοινό αγαπά τα σπορ χαρακτηριστικά σε μια μοτοσικλέτα, ενώ η τέλεια άσφαλτός τους επιτρέπει μια πιο σφιχτή ρύθμιση στις αναρτήσεις. Κάτι που ακολουθεί κατά πόδας και ο νέος Τίγρης, ακόμα και στην έκδοση XC. Στατικά, οι αναρτήσεις δείχνουν πολύ σφιχτές, τόσο που θα σας κάνουν να αναρωτηθείτε εάν χρησιμοποιούν τις αντίστοιχες από την "ασφάλτινη" έκδοση, αν και το XC διαθέτει μεγαλύτερες διαδρομές (220/215 αντί 180/170). Κι όμως, με κάποιο μαγικό τρόπο, το XC δεν είναι άνετο μόνο στο δρόμο, αλλά και στους χωματόδρομους. Να αναφερθεί εδώ ότι οι αναρτήσεις προέρχονται από τη Showa, με upside-down πιρούνι 45 χιλιοστών εμπρός και ένα αμορτισέρ πίσω με υδραυλική προφόρτιση. Αρκετοί θα γκρινιάξουν για την έλλειψη ρυθμίσεων, αλλά για το μέσο αναβάτη είναι κάτι με το οποίο δε θα ασχοληθεί ποτέ, ειδικά σε μια περίπτωση όπως του Tiger, όπου τα καταφέρνει πολύ καλά σχεδόν παντού.
Εξ ανατολών και τα φρένα, καθώς η Triumph έχει μια μακροχρόνια συνεργασία με την ιαπωνική Nissin. Εμπρός υπάρχουν δύο floating δαγκάνες δύο εμβόλων και δίσκοι 305 χιλιοστών, ενώ πίσω η floating δαγκάνα μονού εμβόλου συνδυάζεται με ένα δίσκο 255 χιλιοστών. Είναι μια κλασική συνταγή, που όμως ταιριάζει απόλυτα στον "all round" χαρακτήρα του XC. Αυτή η διάταξη δε διαθέτει το… δάγκωμα των πιο σύγχρονων μονάδων φρένων, αλλά έχει μια πιο γραμμική απόδοση, αποφεύγοντας έτσι τις απότομες μεταβολές φορτίου στο παραμικρό άγγιγμα της μανέτας. Τέλος, οι μεγάλοι δίσκοι εγγυώνται ότι το Tiger δε θα μείνει από φρένα, ακόμα και πλήρες φορτίου (συνεπιβάτης και αποσκευές). Και για τους υπέρμαχους της απόλυτης ασφάλειας, στα 10.790 ευρώ παίρνετε την έκδοση με το πολύ καλό, τελευταίας γενιάς, ABS.