LIVE: κίνηση στους δρόμους

Aυτόματο, πρακτικό και Touring!

Ένα μοντέλο «κομμένο και ραμμένο» για την όλα-σε-ένα ελληνική νοοτροπία. Υπάρχουν πολλές all round πολυδιάστατες μοτοσικλέτες και το νέο Mana GT συμπεριλαμβάνεται σε αυτές, με τη διαφορά ότι μπορεί πανεύκολα να μεταμορφώνεται από scooter σε μοτοσικλέτα, σε GT και… πάμε πάλι από την αρχή!

 
(+): Πρακτικότητα, εμφάνιση, ρεπρίζ
(-): Συμπεριφορά στις υψηλές ταχύτητες

Σχεδίαση/Ποιότητα: Δύσκολα το χάνεις!

Από δύο πράγματα καταλαβαίνεις ότι οδηγείς μία ιδιαίτερη σχεδιαστικά μοτοσικλέτα. Το πρώτο είναι τα δεκάδες ζευγάρια μάτια που σε καρφώνουν απροκάλυπτα σε κάθε φανάρι. Το δεύτερο και πιο σημαντικό για μένα, οι ανάλογου αριθμού ερωτήσεις που έρχονται προς τη μεριά σου τόσο από τους πιο ψαγμένους όσο και από άτομα που δεν θα πήγαινε ποτέ ο νους σου ότι θα ενδιαφέρονταν για μία τέτοια μοτοσικλέτα. Όπως ο ξεκράνωτος κυριούλης με το πανάρχαιο παπί στην Αλεξάνδρας που δεν δίστασε ούτε δευτερόλεπτο να ρωτήσει την τιμή του Mana. Και αυτό χωρίς καν να ξέρει ότι πρόκειται για ένα αυτόματο μοντέλο («Τι είπες τώρα;!»), με χώρο για κράνος στο ρεζερβουάρ («Κοίτα να δεις!»). Λίγο η αρμονική σχεδίαση της μοτοσικλέτας με το αεροδυναμικό μπικίνι φέρινγκ και το στρογγυλό προβολέα (μία ασυνήθιστη επιλογή ο τελευταίος), λίγο το λευκό περλέ χρώμα του μοντέλου της δοκιμής, δεν αργεί, βλέπετε, να γίνει το «κακό». Και ποιοτικά η ιταλική δημιουργία είναι αρκετά καλή, κάτι που φαίνεται τόσο από τη βαφή των πλαστικών όσο και από το φινίρισμα των μεταλλικών επιφανειών.

Εργονομία: Κοίτα αυτό το χώρο…

Στον τομέα της εργονομίας, ένα είναι το σημείο που το Mana και φυσικά και η GT έκδοση ξεχωρίζουν πραγματικά από όλες τις υπόλοιπες μοτοσικλέτες. Εκεί που έχουμε συνηθίσει την ύπαρξη του ρεζερβουάρ, η ιταλική εταιρεία επέλεξε να δημιουργήσει έναν πραγματικά μεγάλο αποθηκευτικό χώρο, ο οποίος θα φιλοξενήσει με άνεση ένα κράνος κλειστού τύπου και αρκετά άλλα πραγματάκια που θα λύσουν τα χέρια του αναβάτη στις καθημερινές μετακινήσεις και θα κάνουν τη χρήση ενός tank bag απλά περιττή. Μπροστά από αυτόν συναντάμε ένα μεγάλο αναλογικό ταχύμετρο και μία ψηφιακή οθόνη που συγκεντρώνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που θα χρειαστείτε κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού. Η θέση οδήγησης της ιταλικής μοτοσικλέτας είναι άνετη και πάνω στη σχεδόν επίπεδη σέλα με το πλούσιο και καλής ποιότητας αφρώδες θα βολευτούν και οι βραχύσωμοι αναβάτες. Σημείο που θα πρέπει να προσέξουν τόσο αυτοί όσο και οι πιο μεγαλόσωμοι είναι το μεγάλο πλάτος του Mana στην περιοχή των μαρσπιέ, που ανοίγει τα πόδια περισσότερο από το συνηθισμένο και τα φέρνει σε επαφή με αυτά αρκετά εύκολα, δυσκολεύοντας τους ελιγμούς με «πόδι κάτω», αλλά και την όπισθεν. Τέλος, στη σέλα του συνεπιβάτη θα βολευτεί καλύτερα κάποιος με μέσο ανάστημα, κυρίως λόγω των σχετικά ψηλά τοποθετημένων μαρσπιέ που κλείνουν αρκετά τα γόνατά του.

Κινητήρας-Κιβώτιο: Ξεχάστε το συμπλέκτη

Ο δικύλινδρος σε διάταξη V κινητήρας αποδίδει, σύμφωνα με την Aprilia, 76 ίππους και συνδυάζεται με αυτόματο κιβώτιο συνεχώς μεταβαλλόμενων σχέσεων, το γνωστό μας CVT. Το τελευταίο διαθέτει τρία διαφορετικά προγράμματα αυτόματης λειτουργίας, αλλά και ένα χειροκίνητο ώστε να ταιριάζει απόλυτα στις εκάστοτε οδικές και καιρικές συνθήκες. Η μοτοσικλέτα ξεκινά πάντα με το γενικής χρήσης πρόγραμμα Touring, με τον αναβάτη να έχει την επιλογή του προγράμματος Sport για πιο άμεσες επιταχύνσεις και του Rain που θα χρησιμοποιηθεί μόνο σε συνθήκες μειωμένης πρόσφυσης. Ο αναβάτης έχει επίσης τη δυνατότητα για… χειροκίνητες ή ποδοκίνητες αλλαγές ταχυτήτων, μέσω μπουτόν που βρίσκονται στο αριστερό γκριπ και από το λεβιέ στο αριστερό μαρσπιέ, αντίστοιχα. Στην πράξη, το αυτόματο κιβώτιο λειτουργεί πολύ καλά, στέλνοντας άμεσα τη δύναμη του μοτέρ στον πίσω τροχό ακόμη και στο Touring πρόγραμμα. Στο πρόγραμμα Sport, αλλά και στη χειροκίνητη λειτουργία, οι κραδασμοί που φτάνουν στα πόδια του αναβάτη είναι σαφώς πιο αισθητοί, με το μοτέρ να λειτουργεί κοντά (Sport) ή ακόμη και στο όριο της περιστροφής του (χειροκίνητο). Τέλος, η κατανάλωση κυμαίνεται σε αρκετά χαμηλά επίπεδα για το μέγεθος του κινητήρα και παρά το ρεζερβουάρ των 16 λίτρων, η αυτονομία ξεπερνά τα 200 χλμ.

Φρένα: Δύναμη και ασφάλεια

Στον τομέα των φρένων, το Mana GT δεν διαφέρει σε σχέση με τη γυμνή έκδοση, πέρα βέβαια από την προσθήκη του δικάναλου ABS της Continental και μάλιστα στο βασικό εξοπλισμό της μοτοσικλέτας. Μπροστά λοιπόν συναντάμε δύο δίσκους διαμέτρου 320 χλστ., οι οποίοι συνδυάζονται με ακτινικά τοποθετημένες δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων. Την επιβράδυνση του πίσω τροχού έχει αναλάβει ένα δίσκος 260 χλστ. και μία μονοπίστονη δαγκάνα. Στην πράξη, το πακέτο πέδησης λειτουργεί αρκετά καλά, προσφέροντας πολλή δύναμη και αμεσότητα. Στους γλιστερούς ελληνικούς δρόμους, όταν ενεργοποιείται το ABS λειτουργεί σαφώς ταχύτερα σε σχέση με αντίστοιχα συστήματα προηγουμένης γενιάς. Αν τα φρένα ήταν και λιγότερο άμεσα στις πολύ χαμηλές ταχύτητες, η λειτουργία του θα ήταν ακόμη πιο σπάνια.

Οδηγώντας: Σβέλτα και τουριστικά

Η οδήγηση μίας μεγάλης μοτοσικλέτας στην πόλη μπορεί να αποδειχτεί μαρτύριο. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν περνά ούτε σαν σκέψη πάνω στη σέλα του Mana, αφού σε αυτές τις συνθήκες συμπεριφέρεται όπως ακριβώς ένα μεγάλο scooter, μην έχοντας να ζηλέψει τίποτα από αυτά. Αν και το βάρος του είναι αισθητό, οι ελιγμοί δεν απαιτούν ιδιαίτερη προσπάθεια. Το τιμόνι περνάει σχεδόν ιδανικά πάνω από τους περισσότερους καθρέπτες των αυτοκινήτων και δημιουργεί την εντύπωση ότι το Mana είναι πιο στενό από ό,τι στην πραγματικότητα. Αν το τιμόνι έκοβε περισσότερο, τότε θα πλησίαζε επικίνδυνα το ιδανικό. Σε ανοιχτό δρόμο, το ιταλικό μοντέλο θα κρατήσει ξεκούραστο τον αναβάτη του. Η ψηλή και ρυθμιζόμενη ζελατίνα στέλνει τον αέρα πάνω από το κράνος, ενώ κάποιες αναταράξεις που δημιουργούνται στην περιοχή του θώρακα θα ενοχλήσουν μόνο αν ταξιδεύετε με… κοντομάνικο. Το Mana κινείται με άνεση με ταχύτητες κοντά στα 180 χλμ./ώρα, αλλά μέχρι εκεί. Από εκεί και πάνω αποτρεπτικά λειτουργούν οι κραδασμοί που φτάνουν στα άκρα του αναβάτη, αλλά και πιο σημαντικά, οι ταλαντώσεις που δημιουργούνται, κάνοντάς το να θυμίζει έντονα… scooter. Ακόμη και με επεμβάσεις στο πίσω αμορτισέρ (πιο σφιχτές ρυθμίσεις), η σταθερή σε συχνότητα και ένταση ταλάντωση που δημιουργείται μετά τα 180 χλμ./ώρα παραμένει, δείχνοντας ότι η ακαμψία του πλαισίου βρίσκεται ένα κλικ κάτω από το επιθυμητό. Σε δρόμο με στροφές και οδόστρωμα… ελληνικής ποιότητας, το ιταλικό μοντέλο παραμένει φιλικό και ευχάριστο, ακόμη και με σβέλτο ρυθμό και φορτωμένο. Όταν όμως τα αίματα ανάψουν λίγο παραπάνω, το Mana φανερώνει γρήγορα τα όριά του. Προτιμά τη στρωτή οδήγηση, απεχθάνεται την επιθετικότητα και νιώθει καλύτερα σε πιο «σφιχτή» διαδρομή από ό,τι σε δρόμο με στροφές μέσης και μεγάλης ακτίνας. Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, το πιρούνι αδυνατεί να αποσβήσει πλήρως τις ανωμαλίες, παρά τις βελτιώσεις που έκαναν οι μηχανικοί της ιταλικής φίρμας. Σε αυτές τις συνθήκες, πάντως, αποκτά νόημα και η ύπαρξη της χειροκίνητης λειτουργίας. Οι αλλαγές του 7τάχυτου κιβωτίου είναι σβέλτες, αλλά όχι ακαριαίες, ενώ η ύπαρξη επτά ταχυτήτων επιτρέπει στον αναβάτη να στροφάρει τον κινητήρα μέχρι και τον κόφτη, δείχνοντας ότι ψηλά τού λείπουν μερικοί ίπποι. Η μετάδοση καταπονείται αν το παρακάνετε με τα ανεβοκατεβάσματα και το πρώτο σημάδι αυτού είναι η μυρωδιά καμένου συμπλέκτη. Καλύτερα λοιπόν να αλλάζετε ταχύτητες αρκετά νωρίτερα, στην περιοχή της μέγιστης ροπής, ή όπως έκανα εγώ την περισσότερη ώρα, καθόλου, αφήνοντας τα πάντα στην αυτόματη μετάδοση, εκτός από τα κατεβάσματα.

Συμπέρασμα: Οι δύο όψεις του νομίσματος

Το Mana GT είναι μία μοτοσικλέτα με σαφή προτερήματα, αλλά και ελαττώματα, καθώς πάνω της συγκεντρώνει θετικά και αρνητικά στοιχεία τόσο από τον κόσμο των μοτοσικλετών όσο και από αυτόν των scooter. Η θέση οδήγησης αλλά και η γενικότερη αίσθηση παραπέμπει στις πρώτες. Η αυτόματη μετάδοση, κατά κύριο λόγο, αλλά και η πρακτικότητα που προσφέρει ο αποθηκευτικός χώρος μπροστά από τον αναβάτη, κατά δεύτερο, σε κάνουν να σκεφτείς «scooter». Scooter θυμίζει επίσης η συμπεριφορά του Mana υπό πίεση, με την ακαμψία του πλαισίου να μην κυμαίνεται στα ίδια επίπεδα με τις «καθαρόαιμες» μοτοσικλέτες. Ωστόσο, το Mana δεν φτιάχτηκε για να κινείται οριακά, αλλά για να κινείται άνετα και εύκολα σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Και σε αυτό η ιταλική δημιουργία τα καταφέρνει περίφημα. Άλλωστε, αν κάποιος ζητά κάτι παραπάνω σε οδηγική συμπεριφορά και ισχύ, η Aprilia έχει έτοιμη τη λύση στο πρόσωπο του Shiver GT. Για όλα τα άλλα… υπάρχει το Mana!

Aprilia Mana 850 GT
Τεχνικά χαρακτηριστικά

Κινητήρας: 4T, 2K, υγρ/ψ, 8βαλβ
Κυβισμός (κ.εκ.) : 839
Κύλινδροι/βαλβίδες: 2/-8
Ισχύς (ίπποι/σ.α.λ.) : 76,1/8.000
Ροπή (kgm/σ.α.λ.) : 7,45/5.000
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Ρεζερβουάρ (λίτρα) : 16
Κατανάλωση(λίτρα/100 χλμ) : 6,2
Βάρος (κιλά) : 162
Κατανομή βάρους: Δ.Α.
Τελική ταχύτητα: 195 χλμ./ώρα

Πλαίσιο/αναρτήσεις/φρένα

Τύπος: Ατσάλινο χωροδικτύωμα
Ανάρτηση Ε: USD, 43 χλστ.
Διαδρομή (χλστ.) : 120
Ανάρτηση Π: Αμορτισέρ
Διαδρομή (χλστ.) : 125
Φρένα Ε: 2ΧΔ, 320 χλστ.
Φρένα Π: Δ 260 χλστ.

Τροχοί - Ελαστικά

Ελαστικά Ε: 120/70-17
Ελαστικά Π: 180/55-17

Διαστάσεις

Μήκος (χλστ.): 2.080
Μεταξόνιο (χλστ.): 1.463
Ύψος σέλας (χλστ.): 800

 

APRILIA - ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ: ΝΕΕΣ ΤΙΜΕΣ - ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ