Οι on-off μοτοσικλέτες ταιριάζουν απόλυα στη χώρας μας και αυτό πιστοποιείται στους πίνακες πωλήσεων των καινούργιων μοντέλων. Βέβαια, πολύ καλές λύσεις μπορούν να βρεθούν και στη γειτονιά των μεταχειρισμένων, οι οποίες σίγουρα θα αφήσουν απόλυτα ικανοποιημένους τους αναβάτες τους.
Εμείς επιλέξαμε και σας παρουσιάζουμε οκτώ δημοφιλή μοντέλα από τέσσερις κατασκευαστές στα 650/1.000 κ.εκ., που ικανοποιούν τόσο τις μεγάλες όσο και τις… μεσαίες προτιμήσεις και απαιτήσεις:
Aprilia ETV 1000 Caponord (ΑΒS): Turismo Italiano
Το Caponord, όταν πρωτοεμφανίστηκε το 2002, αποτέλεσε έναν από τους πιο άξιους αντιπροσώπους των μεγάλων on-off, τα οποία μπορούσαν να σε πάνε οπουδήποτε, ανεξαρτήτου αποστάσεως ή μορφολογίας του εδάφους. Ακόμη και σήμερα, παραμένει μια μοτοσικλέτα που δεν πρόκειται να περάσει απαρατήρητη, είτε μιλάμε για την επιβλητική της εμφάνιση είτε για τον «αγριεμένο» χαρακτήρα της. Ο χαρακτήρας αυτός οφείλεται στον τετραβάλβιδο V2 κινητήρα των 60 μοιρών, τον οποίο έχει δανειστεί από το RSV και με τις απαραίτητες μετατροπές έγινε ομαλότερος και πιο γραμμικός. Ο συγκεκριμένος κινητήρας από την πρώτη στιγμή έδωσε στο Caponord την ισχύ αλλά και το νεύρο που χρειαζόταν και ελάχιστα άλλαξε από την παρουσίασή του μέχρι σήμερα. Ωστόσο, το 2004 έγιναν αρκετές αλλαγές ουσίας στα περιφερειακά μέρη της μοτοσικλέτας. Το μεγάλο on-off απέκτησε σύστημα ABS και νέους δίσκους, σκληρότερα ελατήρια στις αναρτήσεις, ψηλότερη ζελατίνα και χούφτες, ανοξείδωτα τελικά εξατμίσεων και αλουμινένια προστατευτικά. Το Caponord παραμένει ίδιο μέχρι και το τέλος της παραγωγής του -άλλωστε, δεν έχει ανάγκη από αλλαγές. Είναι δυνατό και «αεράτο», κρύβοντας με επιτυχία τα 215 κιλά του. Επιπλέον, είναι άνετο και κρατά τον αναβάτη ξεκούραστο, ακόμη και μετά από πολλά χιλιόμετρα, ενώ αποτελεί ένα ιδιαίτερα φιλικό σύνολο, είτε μιλάμε για κλειστές στροφές στην άσφαλτο είτε για αντίξοες συνθήκες στο χώμα.
+: Κινητήρας, άνεση, σχεδίαση
-: Σχετικά μαλακό πιρούνι
Αν και εκ πρώτης όψεως θυμίζει αρκετά το Strada, οι διαφορές του είναι όχι μόνο υπαρκτές, αλλά και αρκετές για να δημιουργήσουν μία μοτοσικλέτα με διαφορετική προσωπικότητα και οδικά χαρακτηριστικά. Μεγαλύτερος εμπρός τροχός, ακτινωτές ζάντες και μεγαλύτερες διαδρομές στις αναρτήσεις, σε συνδυασμό με ένα «χωμάτινο» σε απόδοση φρένο εμπρός, συνθέτουν ένα μονοκύλινδρο σύνολο που θα αντεπεξέλθει μία χαρά στους ελληνικούς δρόμους, τόσο σε άσφαλτο όσο και σε χώμα. Ο αξιόπιστος και οικονομικός κινητήρας του διαθέτει ικανοποιητική ισχύ, με τη ροπή να εμφανίζει τα… πλούσια ελέη της από το χαμηλό κιόλας φάσμα λειτουργίας. Η θέση οδήγησης είναι ιδανική για το μέσο αναβάτη, με τη σέλα να βρίσκεται αρκετά κοντά στο έδαφος και το τιμόνι σε σωστή απόσταση από τον αναβάτη. Στην εθνική οδό, το Trail δείχνει τα χαρίσματά του από την αρχή. Είναι σταθερό, ακόμη και στην τελική του, οι αναρτήσεις κρατούν ξεκούραστους τους αναβάτες και η ρυθμιζόμενη ζελατίνα απομακρύνει αρκετά μεγάλες ποσότητες αέρα από τον αναβάτη. Σε δρόμο με στροφές, θα τα καταφέρει εξίσου καλά, αφού είναι άκρως φιλικό, αλλάζει κατεύθυνση με μικρή προσπάθεια και θα συγχωρήσει αρκετά λάθη. Στο χώμα, θα κινηθεί με λογικές για το χαρακτήρα και το βάρος του ταχύτητες. Μπορεί να μην εντυπωσιάσει, αλλά θα καταφέρει να περάσει ακόμη και από δύσκολα κομμάτια, χωρίς να αντιμετωπίσει πρόβλημα.
Με το R 1200GS, οι Βαυαροί κατάφεραν να κάνουν ματ σε μία ιδιαίτερα ανταγωνιστική κατηγορία, παρουσιάζοντας μια ολοκαίνουργια τότε μοτοσικλέτα με μεγαλύτερο κυβισμό και αισθητά μικρότερο βάρος, η οποία σε τίποτα -πέρα από την εμφάνιση- δεν θύμιζε την προκάτοχό της. Το θηριώδες on-off κατάφερε από την πρώτη στιγμή να αποτελέσει ένα από τα φαβορί της κατηγορίας του και όχι άδικα. Ο boxer κινητήρας του διαθέτει πλούσια ροπή και την απαραίτητη ισχύ για γρήγορα ταξίδια στην εθνική, ενώ η ποιότητα κατασκευής, το εξαιρετικό ζύγισμα και τεχνολογίες, όπως τα συστήματα αναρτήσεων Paralever και Telelever, του δίνουν ένα προβάδισμα ακόμη και σήμερα σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Από την πρώτη στιγμή που θα βρεθείς στη σέλα του, θα ξεχάσεις ότι ζυγίζει 200 και πλέον κιλά, ενώ ακόμη και στην πόλη θα τα καταφέρει άψογα, εφόσον βέβαια έχεις συνέχεια στο μυαλό σου το αυξημένο πλάτος των κυλίνδρων του boxer. Επιπλέον, οι ιδιαίτερα αυξημένες δυνατότητες που προσφέρει για φόρτωμα, αλλά και η παρουσία του ABS, ολοκληρώνουν ένα εξαιρετικό πακέτο, κατασκευασμένο για να καταπίνει ατελείωτα χιλιόμετρα σε κάθε έδαφος. Σε αυτό συνηγορούν η αξιοπιστία των μηχανικών του μερών και η άνεση που προσφέρει η σέλα του, τόσο για τον αναβάτη όσο και για το συνεπιβάτη.
+: Οδική συμπεριφορά, ποιότητα κατασκευής
-: «Τσουχτερή» τιμή
Η μετεξέλιξη του άκρως επιτυχημένου και στη χώρα μας F 650 Funduro, αποδείχθηκε μία από τις καλύτερες κινήσεις της BMW. Το F 650GS ξεκίνησε από τον κινητήρα της Rotax που χρησιμοποιούσε και το Funduro και κατέληξε ως ένα ψηλότερο, ποιοτικότερο και σαφώς πιο επιτυχημένο on-off μοντέλο, ακόμη και σήμερα, αρκετά χρόνια μετά την εμφάνισή του. Ο «εργατικός», μονοκύλινδρος, υδρόψυκτος κινητήρας διέθετε καταλύτη και σύστημα ηλεκτρονικού ψεκασμού ήδη από το 1997, οπότε ελάχιστες ήταν οι αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν μέχρι την ανανέωσή του. Αυτή έλαβε χώρα το 2004, όταν το GS απέκτησε νέα κεντρική μονάδα ελέγχου και δεύτερο μπουζί, καθώς και νέα ζελατίνα, όργανα, προβολέα και μια μεγάλη γκάμα προαιρετικών αξεσουάρ. Το GS αποτελεί ένα από τα πιο ολοκληρωμένα πακέτα της αγοράς, καθώς μπορεί να κινηθεί με άνεση ακόμη και στην πόλη, χάρη στις μικρές του διαστάσεις, τη γραμμικότητα του κινητήρα και το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού. Επιπλέον, η ύπαρξη ABS προσθέτει πόντους στον τομέα της ασφάλειας. Ο ολοκληρωμένος αυτός χαρακτήρας του, σε συνδυασμό με τα υψηλά επίπεδα ποιότητας, χάρισε στο GS την «πολυτέλεια» του να μην έχει ανάγκη από επιπλέον βελτιώσεις μέχρι και το τέλος της εμπορικής του καριέρας. Τέλος, παράλληλα με το F 650GS κυκλοφορεί και η έκδοση Dakar, η οποία διαθέτει μεγαλύτερο μπροστινό τροχό και ψηλότερη σέλα.
To Varadero εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1999, ως ο μεγάλος «αδερφός» του δημοφιλούς Transalp, και μέσα σε λίγα χρόνια, το μεγάλο ιαπωνικό on-off κατέκτησε σχεδόν… όλον τον πλανήτη, χάρη στη φιλοσοφία του, η οποία δεν απείχε από αυτή του μικρότερου «αδελφού». Άλλωστε, επρόκειτο για μια μεγάλη μοτοσικλέτα τουρισμού, η οποία μπορούσε να μεταφέρει ένα ή δύο άτομα και πολλές αποσκευές για χιλιάδες χιλιόμετρα σε κάθε είδους τερέν. Το βασικότερο ατού του, το στοιχείο που του δίνει αυτό το μοναδικό χαρακτήρα, είναι ο V2 κινητήρας του, ο οποίος προέρχεται από το VTR και ξεχωρίζει για την ομαλότητά του, αλλά και για τα άφθονα αποθέματα ισχύος και ροπής, ειδικά στις χαμηλομεσαίες στροφές. Ο ίδιος κινητήρας παραμένει απαράλλαχτος μέχρι και σήμερα, με μοναδική αλλαγή την αντικατάσταση του καρμπιρατέρ με σύστημα ηλεκτρονικού ψεκασμού το 2003. Η δεύτερη βασική αλλαγή του Varadero από το 1999 μέχρι σήμερα ήταν η προσθήκη ABS το 2004, ενώ από τότε ανανεώθηκε ελαφρά και η εμφάνισή του, αλλά και κάποια από τα περιφερειακά του, όπως η πίσω ανάρτηση, η οποία έγινε πιο σκληρή και απέκτησε περισσότερες ρυθμίσεις. Τέλος, το 2007 το Varadero υπέστη ένα ακόμη face lift, καθώς απέκτησε νέα πλαστικά και όργανα, ακόμη πιο άνετη σέλα, ανανεωμένη ουρά και νέα προστατευτικά για τα τελικά της εξάτμισης.
Όταν το Transalp 600 απέκτησε 50 κ.εκ. παραπάνω, το μακρινό 2000, οι άνθρωποι της Honda ήξεραν ότι το ήδη δημοφιλές μοντέλο τους έμελλε να γνωρίσει ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία. Το XL 650V Transalp έχει γράψει τη δική του ιστορία και στην Ελλάδα, κατακτώντας επί σειρά ετών μία από τις πρώτες θέσεις των πωλήσεων. Ο δικύλινδρος κινητήρας του παρέμεινε ίδιος μέχρι και την αντικατάστασή του από το νέο μοντέλο το 2008. Το δικύλινδρο, υγρόψυκτο σύνολο μπορεί πλέον να θεωρείται ξεπερασμένο σε ό,τι αφορά την ισχύ που παράγει, αλλά η πολιτισμένη λειτουργία και η μνημειώδης αξιοπιστία του… συγκινούν ακόμη και σήμερα. Οι ελάχιστες βελτιώσεις που δέχθηκε στο πέρασμα του χρόνου, αφορούν στο face lift του 2005, όταν το μοντέλο απέκτησε νέα ζελατίνα, ανασχεδιασμένη σέλα, όργανα, ζάντες και τελικό με διπλή απόληξη. Ακόμη και στις μέρες μας, το μεσαίο ιαπωνικό on-off παραμένει μια άκρως ανταγωνιστική μοτοσικλέτα, ειδικά στο χώμα, όπου τα περισσότερα μοντέλα της κατηγορίας κοιτάζουν πλέον περισσότερο προς την άσφαλτο, ενώ και σε ταξίδια κινείται ήρεμα και χαλαρά, παραμένοντας άνετο και προβλέψιμο, κάτι που καταφέρνει και μέσα στην πόλη. Με λίγα λόγια, μπορεί το Transalp να ζητά κάποιους συμβιβασμούς από τον αναβάτη του, ωστόσο, παραμένει μια «τίμια» και αρκούντως πρακτική πρόταση.
Το KLV 1000 καθιερώθηκε στη συνείδηση των μοτοσικλετιστών ως μια αξιόπιστη λύση στην κατηγορία των on-off του λίτρου. Στην «καρδιά» του χτυπάει ένας ισχυρός V2 κινητήρας, ο οποίος ικανοποιεί απόλυτα στο ταξίδι, τόσο με τα πλούσια αποθέματα ροπής όσο και με την ελαστικότητα που διαθέτει. Οι επιδόσεις του κυμαίνονται σε υψηλά επίπεδα και το γεγονός ότι η δύναμη και το «νεύρο» κάνουν την εμφάνισή τους από χαμηλά, σε κάνουν να ξεχνάς τον όγκο του. Στον ανοιχτό δρόμο αποδεικνύεται άκρως αξιόλογο, καθώς έχει τη δυνατότητα να ταξιδέψει με χαρακτηριστική άνεση και να κινηθεί γρήγορα σε μεγάλες αποστάσεις. Η σταθερότητα είναι το βασικό στοιχείο που το χαρακτηρίζει, ενώ η απόδοσή του στις στροφές είναι εξαιρετική, ακόμη και με πολλά χιλιόμετρα στο κοντέρ. Σε αυτό το σημείο να προσθέσουμε και την πολύ καλή προστασία που προσφέρει το μεγάλο φέρινγκ, το οποίο καλύπτει σχεδόν ολοκληρωτικά τον αναβάτη. Η στιβαρότητα του άκαμπτου πλαισίου και οι σφιχτές αναρτήσεις ευνοούν και τη γρήγορη κίνηση σε επαρχιακό δρόμο με σφιχτές στροφές, ενώ και μέσα στις αντίξοες συνθήκες της πόλης, το V-Strom θα καταφέρει να κρύψει καλά τα κιλά του. Επιπλέον, το λογικό ύψος της σέλας, αλλά και το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού, δίνουν στον αναβάτη τον απόλυτο έλεγχο ακόμα και στους ελιγμούς ανάμεσα σε ακινητοποιημένα αυτοκίνητα.
Ένα από τα πιο σκληροτράχηλα αλλά και ιστορικά μοντέλα της κατηγορίας, το KLR, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις ή τεχνικές αναλύσεις. Στο κάτω-κάτω, από την πρώτη του εμφάνιση το 1987 μέχρι σήμερα, ελάχιστες αλλαγές έγιναν σε ένα «πακέτο» που έχει αρκετά πλεονεκτήματα, ικανοποιώντας διαφορετικές κατηγορίες αναβατών. Η μεγάλη ροπή του κινητήρα του δίνει το απαραίτητο πλεονέκτημα που ισοβαθμεί τη μέτρια ιπποδύναμη, ενώ ακόμα και σε μεγάλες ταχύτητες, οι κραδασμοί δεν προκαλούν κανένα πρόβλημα και οι μικρές ή μεγάλες διαδρομές γίνονται με άνεση. Επιπλέον, ο χαρακτήρας του ισορροπεί με επιτυχία ανάμεσα στους ασφάλτινους και χωμάτινους προσανατολισμούς του, χάρη στις σωστά ρυθμισμένες αναρτήσεις. Η τελική ταχύτητα των 175 χλμ./ώρα, η σταθερότητα που έχει το KLR 650 ακόμη και σε μεγάλες ταχύτητες και η φαρδιά σέλα, εγγυώνται ένα σχετικά άνετο ταξίδι στην άσφαλτο, με την ταχύτητα να περιορίζεται μόνο από την έλλειψη προστασίας από τον αέρα, ελέω έλλειψης ζελατίνας. Από την άλλη μεριά, ταξιδεύοντας σε χωμάτινους δρόμους, ίσως καθυστερήσετε να φτάσετε στον προορισμό σας -όχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά γιατί θα υποκύψετε στον πειρασμό να παίξετε λίγο μαζί του. Το τιμόνι θα δώσει άψογο μοχλό και οι μαλακές αναρτήσεις θα σας βοηθήσουν να κινηθείτε με άνεση και ασφάλεια, εφόσον βέβαια οι ταχύτητες παραμείνουν σε λογικά επίπεδα.
+: Ροπή, άνεση, αξιοπιστία
-: Προστασία από τον αέρα