Με τους δρόμους βρεγμένους από την δυνατή πρωινή βροχή ξεκινήσαμε βολτάροντας στην πανέμορφη Βαλένθια, πάνω στη σέλα του C 650 Sport. Πρώτη εντύπωση η οποία αφορά και το GT έχει να κάνει με τη μετάδοση του CVT κιβωτίου. Οι αλλαγές των μηχανικών της BMW έπιασαν τόπο και οι εκκινήσεις από στάση είναι πλέον σαφώς πιο δυναμικές. Το “συμπλεκτάρισμα” εκτελείται αμεσότερα έως τα 30 χλμ./ώρα και το Sport εκτοξεύεται μπροστά στο φανάρι αφήνοντας πίσω του με ευκολία όλους τους ανυποψίαστους. Η πιο άμεση μετάδοση έχει κάνει ευκολότερους και τους ελιγμούς με ταχύτητες βαδίσματος κάτι που θα εκτιμηθεί ιδιαίτερα σε σφιχτό μποτιλιάρισμα. Με τη χρήση του πίσω φρένου και εκμεταλλευόμενοι το σωστό ζύγισμα του γερμανικού scooter θα μπορέσετε να κάνετε παπάδες σε σχέση με μια μοτοσικλέτα αντίστοιχου βάρους στο αστικό τοπίο. Αυτό το λέμε γιατί το μεγάλο βάρος των δύο BMW μπορεί να είναι σωστά κατανεμημένο αλλά είναι αισθητό με λίγα χιλιόμετρα στο κοντέρ (πάνω από τα 30 εξαφανίζεται). Μια σωστή προσέγγιση κατά την άποψή μας γιατί αν ξέρεις τι έχεις κάτω από τα πόδια σου δεν θα βρεθείς ποτέ προ εκπλήξεων την πιο ακατάλληλη στιγμή.
Πιο “γαργαλιστικός” είναι και ο ήχος που απελευθερώνει το νέο τελικό. Βαθύτερος σε σχέση με πριν και πιο καθαρός, ταιριάζει κουτί στον μεγάλο, για scooter, εν σειρά δικύλινδρο. Το Sport σε βάζει στην πρίζα να κινηθείς πιο γρήγορα λόγω και της θέσης οδήγησης που σε φέρνει πιο κοντά στον εμπρός τροχό με τη σέλα να επιτρέπει παράλληλα και μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων σε σχέση με την… πολυθρόνα του GT. Αυτό το διαπιστώσαμε και στις στροφές όπου το Sport μας άφησε να παίξουμε περισσότερο παρά το βρεγμένο οδόστρωμα. Έτσι ανακαλύψαμε και την πολύ καλή λειτουργία του ACS. Αν το προκαλέσεις σε γυαλισμένο δρόμο η συμπεριφορά του θα σου φανεί απότομη. Αν όμως προσπαθήσεις να οδηγήσεις γρήγορα, ανοίγοντας το γκάζι όλο και πιο νωρίς, αλλά φυσιολογικά, τότε θα ανακαλύψεις ότι επεμβαίνει διακριτικά, σχεδόν φυσικά.
Όλα τα παραπάνω ισχύουν και για το GT με δύο όμως μεγάλες διαφορές. Η πιο χαλαρή θέση οδήγησης, ιδανική για τον γύρο του κόσμου, προτρέπει τον αναβάτη να κινηθεί με ανάλογους ρυθμούς στις στροφές αν και πραγματικά δεν υπάρχει διαφορά στη συμπεριφορά των δύο μοντέλων. Επόμενη διαφορά είναι η κάλυψη από τον αέρα. Σαφώς καλύτερη στο GT που επιτρέπει τη διατήρηση υψηλών ταχυτήτων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τέλος, εντύπωση προκαλούν και οι αναρτήσεις, οι οποίες δείχνουν να απορροφούν πιο σωστά τις ανωμαλίες σε σχέση με πριν. Αυτό βέβαια θα το εξακριβώσουμε κατά τη δοκιμή των δύο maxi scooters επί ελληνικού εδάφους γιατί οι ισπανικοί δρόμοι δεν διαθέτουν την δική μας ποικιλία σε λακκούβες.