Πανίσχυρο, ταχύτατο αλλά και ωμό και απαιτητικό στην οδήγηση, το GSX-R 1100 άφησε την δική του εποχή και ένα ασύγκριτο μοτέρ που επιβιώνει ακόμα.
Η δεκαετία του 1980 και οι αρχές της δεκαετίας του 1990 ήταν μια έντονη εποχή για τις μοτοσυκλέτες. Ήταν ουσιαστικά τότε τα χρόνια, που οι κατασκευαστές επένδυαν τεράστια ποσά με μόνο σκοπό, την καλύτερη δυνατή μοτοσυκλέτα. Στα μοντέλα δρόμου, ο ανταγωνισμός ήταν πολύ έντονος μεταξύ Honda και Yamaha, αλλά και η Suzuki δεν είχε πει την «τελευταία της λέξη». Το 1985, είχε παρουσιάσει την σημαντική GSX-R 750 και μόλις ένα χρόνο αργότερα, εμφάνισε την GSX-R 1100, ένα από τα μοντέλα που έμελλε να μείνει στην ιστορία και στο «πάνθεον» των Suzuki μοτοσυκλετών μέχρι σήμερα.
Εντυπωσιακά δεδομένα επιδόσεων
Πολύ πριν την πρώτη Hayabusa, το «τέρας» επιλογής για όποιον ήθελε το γρηγορότερο μηχάνημα δρόμου, ήταν η Suzuki GSX-R 1100. Στην πρώτη γενιά της, η οποία κυκλοφόρησε το 1986, η μοτοσυκλέτα έφερε τον θρυλικό πλέον τετρακύλινδρο, αεροελαιόψυκτο των 1.052 κ.εκ. και απέδιδε 128 ίππους, μια επίδοση αστρονομική για την εποχή. Ζυγίζοντας 197 κιλά, τότε το GSX-R 1100 καυχιόταν ότι είχε την καλύτερη σχέση κιλών άνα ίππο, της βιομηχανίας (αναλογιστείτε πόσο πολύ έχουν αλλάξει οι εποχές πλέον…). Πράγματι, το GSX-R 1100 ήταν ένα τέρας ισχύος, με εξαιρετική κατανομή βάρους που άγγιζε το 50-50 αλλά με ένα πολύ κοντό μεταξόνιο στα 1.460 χιλιοστά οδηγούσε τον εμπρός τροχό να βρίσκεται συχνά… στον αέρα. Το GSX-R 1100 είχε χτιστεί σε ένα αλουμινένιο πλαίσιο διπλής ραχοκοκαλιάς, ενώ το πιρούνι στα πρώτα μοντέλα έφερε ηλεκτρικά ελεγχόμενο anti-dive, που βελτίωσε την αμφιλεγόμενη συμπεριφορά αυτών των συστημάτων.
Ένας κινητήρας πραγματικά αλεξίσφαιρος
Στην καρδιά των εντυπωσιακών επιδόσεων του GSX-R 1100 βρίσκεται φυσικά ο κινητήρας του, ένα πραγματικό μηχανολογικό αριστούργημα. Ο τετρακύλινδρος του μοντέλου ξεκίνησε με κυβισμό 1.052 κ.εκ ενώ στην πορεία έφτασε τα 1.127. Το 1993, το μοτέρ απέκτησε υδρόψυξη και έπεσε στα 1.074 κυβικά, ενώ στην ισχυρότερη του έκδοση απέδιδε 155 ίππους στο στρόφαλο και λίγο παραπάνω από 130 στον τροχό. Αν και οι ανταγωνιστές Ιάπωνες και όχι μόνο είχαν εισάγει την υγόψυξη αρκετά πιο νωρίς, η επιλογή της Suzuki να επιμένει στην ψύξη με αέρα και λάδι δικαιώθηκε σε βάθος χρόνου. Το μοτέρ του GSX-R 1100 ήταν πραγματικά αλεξίσφαιρο, τέρας αξιοπιστίας και αγαπήθηκε πολύ από βελτιωτές και αγωνιζόμενους σε dragster. Πολλοί γνώστες ισχυρίζονται ότι οι κινητήρες αυτοί αποδίδουν μέχρι και 300 ίππους αν ρυθμιστούν σωστά, ενώ σε συνθήκες απλής χρήσης, απλά δεν πάθαιναν τίποτα.
Ένας «χούλιγκαν» σε δύο τροχούς
Οι πρώτες γενιές του GSX-R 1100 έκαναν πολύ σαφές ότι η μοτοσυκλέτα είναι τερατωδώς ισχυρή, αλλά ήταν η γενιά Κ του 1989 που δημιούργησε την περισσότερη αναταραχή. Προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τα Yamaha FZ1000 και Kawaski ZX-10, η Suzuki υπερέβαλε εαυτόν. Η μοτοσυκλέτα ήταν ένα μηχάνημα που προσέφερε άκρατη διασκέδαση, αλλά απαιτούσε εμπειρία, ενώ στα κλειστά κομμάτια το βάρος της αποτελούσε πρόβλημα. Ειδικά στο εξωτερικό, η μοτοσυκλέτα ταυτίστηκε με την ψυχολογία του ατίθασου μοτοσυκλετιστή, που διψά για την αδρεναλίνη αλλά και για τον κίνδυνο και την ανατριχίλα.
Μια μακρά πορεία στην αγορά
Το GSX-R 1100 έδειξε τα πρώτα σημάδια ηλικίας του την δεκαετία του 1990. Στις Supersport μοτοσυκλέτες, τότε, τα δεδομένα είχαν ξεκινήσει να αλλάζουν έντονα. Μετά την παρουσίαση των Fireblade και R1, το βαρύ, αερόψυκτο και αδύναμο πλέον GSX-R1100 δεν μπορούσε να ακολουθήσει το επίπεδο. Αυτό η Suzuki το κατάλαβε, αλλά κράτησε σε παραγωγή το 1100 μέχρι το 2001, όταν παρουσίασε το GSX-R1000 K1 με… τη γνωστή συνέχεια. Το GSX-R 1100 γράφτηκε λοιπόν με χρυσές σελίδες στα βιβλία της ιστορίας των Ιαπωνικών μοτοσυκλετών.