Ξεκινώντας την γνωριμία με το νέο Tracer, διαπιστώνεις πως οι μαζεμένες διαστάσεις και το χαμηλό του βάρος σε κάνουν να αισθάνεσαι πολύ άνετα, θυμίζοντας μοτοσυκλέτες μικρότερης κατηγορίας. Αυτό είναι κάτι που εκτιμήσαμε ιδιαίτερα στις χαμηλές ταχύτητες της μικρής πόλης, αφού το οδηγικό κομμάτι της παρουσίασης ξεκίνησε από εκεί, δίνοντας την ευκαιρία στο Τracer να μας κερδίσει αμέσως με την ευελιξία του. Σε συνδυασμό με την γνωστή φιλική απόδοση του κινητήρα και τον προοδευτικό συμπλέκτη, η μοτοσυκλέτα αποδεικνύεται ιδανική για την καθημερινή μετακίνηση, χωρίς στοιχεία που θα τρομάξουν όσους αναβάτες προέρχονται από μικρότερη κατηγορία. Παρότι δεν συναντήσαμε το κυκλοφοριακό χάος της Αθηνάς, το ελαφρώς φαρδύτερο τιμόνι δεν φαίνεται να αποτελεί πρόβλημα στην κίνηση, έχοντας κόψιμο που επαρκεί για επιτόπιες μανούβρες, ενώ η νέα σέλα έκανε ευχάριστη την παραμονή πάνω της, δίνοντας τα πρώτα καλά δείγματα για τις τουριστικές δυνατότητες του μοντέλου.
Αφήνοντας πίσω τους στενούς δρόμους της πόλης η διαδρομή άρχισε να ανηφορίζει και κάθε ίχνος ευθείας να αποτελεί παρελθόν, κάτι σύνηθες στο ορεινό κομμάτι της Τενερίφης. Τώρα το Tracer έπρεπε να αντεπεξέλθει σε κάθε είδους στροφή, με την ποιότητα της κατάμαυρης ασφάλτου που θυμίζει γυαλόχαρτο, να μας δίνει το έναυσμα για να ψάξουμε με ασφάλεια τα όρια του. Ίσως το συμβατικό πιρούνι να μην γεμίζει αρχικά το μάτι όπως ένα ανεστραμμένο, αλλά στην πράξη αυτό δεν γίνεται αντιληπτό και καταλαβαίνεις ότι η επιλογή της Yamaha δεν έγινε μόνο για να κρατηθεί το κόστος χαμηλά.
Η μοτοσυκλέτα εκπλήσσει ευχάριστα με την προθυμία της στις εντολές σου, ακόμα και όταν αυτές κινούνται περισσότερο σε sport παρά σε touring πλαίσια. Οι αλλαγές κατεύθυνσης πραγματοποιούνται με χαρακτηριστική ευκολία, ενώ η ευελιξία δεν έχει αρνητικό αντίκτυπο στην σταθερότητα, με αποτέλεσμα να νιώθεις εμπιστοσύνη σε στροφές με περισσότερα χιλιόμετρα και κλίσεις που κάνουν τα μαρσπιέ να ξύνουν την άσφαλτο. Οι αναρτήσεις παρέχουν σωστή πληροφόρηση και μόνο σε πολύ γρήγορους ρυθμούς θα ήθελες να είναι πιο σφιχτές, όμως μετά θυμάσαι ότι πέρασες αλώβητος από μία λακκούβα χάρη στο setup των εργοστασιακών ρυθμίσεων, που αποδεικνύεται ιδανικό για τον χαρακτήρα του μοντέλου. Αν το παρακάνεις, το Tracer θα σου θυμίζει με τρόπο ότι δεν είναι superbike, χωρίς όμως να είναι νευρικό και απόλυτο στις αντιδράσεις του. Όταν χρειαστείς τα φρένα είναι εκεί έχοντας δύναμη που επαρκεί χωρίς να εντυπωσιάζει, αν και το ABS θα μπορούσε να είναι λιγότερο παρεμβατικό.
Ο κινητήρας είναι αρκετά ελαστικός και σε συνδυασμό με το μεγαλύτερο γρανάζι σου επιτρέπει να έχεις πάντα μια ταχύτητα επάνω στο σαφές-σφιχτό κιβώτιο, ενώ η απόκριση και η γραμμική απόδοση σου δίνει απόλυτο έλεγχο στο δεξί γκρίπ, ανεξάρτητα αν κάνεις μια απλή βόλτα ή σούζες διαρκείας... Κάποιοι κραδασμοί εμφανίζονται μετά τις 5.500σ.α.λ αλλά σε καμία περίπτωση δεν ενοχλούν, ακόμα και όταν οι στροφές του κινητήρα φθάσουν στο κόκκινο. Μόνο στον αυτοκινητόδρομο ίσως να ήθελες το μικρότερο πίσω γρανάζι της προηγούμενης γενιάς, όμως και πάλι το Tracer κινείται με άνεση σε ταχύτητες κοντά στα 140χλμ/ώρα. Σε αυτές τις συνθήκες η προστασία από τον αέρα είναι ικανοποιητική για τα δεδομένα της κατηγορίας, κάτι που σε συνδυασμό με την αναπαυτική σέλα σε κάνει να εκτιμάς την τουριστική πλευρά του, κατεβαίνοντας ξεκούραστος ακόμα και μετά από 250 απαιτητικά χιλιόμετρα στους φιδίσιους δρόμους της Τενερίφης.