Πώς είναι, λοιπόν, αυτή η νέα και τόσο σημαντική δημιουργία της ιταλικής εταιρίας στο δρόμο; Η απάντηση είναι “τουλάχιστον ευχάριστή”! Η ανάλαφρη αίσθηση που δίνει το Stelvio εν στάση συνεχίζεται και όταν αρχίσουν να κυλούν οι ακτινωτοί τροχοί του. Στις αλλεπάλληλες στροφές της σύντομης διαδρομής όπου το οδηγήσαμε, μας έδειξε τον καλύτερό του εαυτό με κύρια χαρακτηριστικά την ακαμψία του πλαισίου, την ευκολία που παρουσιάζει στις εναλλαγές κλίσεων και τον καλό μοχλό που προσφέρει το μεγάλο τιμόνι. Το ρυθμιζόμενο USD πιρούνι παρέχει καλή πληροφόρηση στον αναβάτη και τον βοηθά να το εμπιστευτεί και να ανεβάσει σιγά-σιγά το ρυθμό του. Το πίσω μέρος ακολουθεί χωρίς προβλήματα συμβάλλοντας στο αίσθημα ασφάλειας που δημιουργεί το Stelvio και ο άξονας της μετάδοσης αντιδρά γλυκά στο άνοιγμα/κλείσιμο του γκαζιού χωρίς να απασχολεί. Το μοτέρ ανεβάζει γρήγορα στροφές, για το χαρακτήρα του, ενώ η εξάτμιση φτιάχνει ακόμη περισσότερο τη διάθεση παράγοντας ένα ξερό και δυνατό μπάσο ήχο. Η απόδοση της ισχύος έρχεται γραμμικά και με τη βοήθεια του άκαμπτου συνόλου το γκάζι ανοίγει νωρίς μέσα στη στροφή προσφέροντας δυνατές εξόδους. Ωστόσο, η ροπή του V2, κάτω από τις 4.000 σ.α.λ. δεν ήταν αυτή που περιμέναμε από κινητήρα αυτής της χωρητικότητας και ήταν αρκετές οι φορές που καταφύγαμε στο μαλακό κιβώτιο για να πετύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Τα μπροστινά φρένα παρέχουν πολύ καλή πληροφόρηση, το αρχικό δάγκωμα, όμως, λείπει και χρειάζεται σχετική πίεση στη μανέτα για να φρενάρεις εκεί που σημαδεύεις.