Η κατασκευή του πλαισίου δεν κρύβει σχεδιαστικές εκπλήξεις: πρόκειται για ένα ατσάλινο, σωληνωτό πλαίσιο διπλής δοκού που χρησιμοποιεί τον κινητήρα ως ενεργό μέλος του. Η κατασκευή αυτή δίνει στη Guerilla την ελαστικότητα που χρειάζεται μια αστική κατασκευή (που πρέπει να μην είναι απόλυτη στους χειρισμούς και να συγχωρεί λάθη) αλλά και ταυτόχρονα της επιτρέπει να συμπεριφέρεται σαν ένα συμπαγές και καλοδεμένο σύνολο όταν οι καταστάσεις το ζητήσουν (όπως π.χ. σε κάποιον «διασκεδαστικό» επαρχιακό δρόμο με άφθονες στροφές ή σε εθνική οδό με ανέμους). Σε αυτό συνεπικουρούν και οι αναρτήσεις με ―κρυμμένο σε φυσούνες― ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι με καλάμια διαμέτρου 43 mm και διαδρομής 140 mm μπροστά και μονό αμορτισέρ με διαδρομή 150 mm πίσω, κεντρικά τοποθετημένο σε μοχλικό. Παρόλο που η μοναδική ρύθμιση είναι η προφόρτιση του πίσω, η πληροφόρηση που έρχεται από το οδόστρωμα χάρη σε αυτές είναι πλούσια, ενώ οι εντολές που μεταφέρουν στους τροχούς είναι άμεσες και εμπνέουν εμπιστοσύνη. Ευτυχώς για δύο λόγους: πρώτον, η καλή λειτουργία των αναρτήσεων ισοσταθμίζει την απόδοση των ελαστικών (που είναι κατώτερου επιπέδου από αυτό που ταιριάζει σε μια τέτοια μοτοσυκλέτα) και την απουσία συστήματος Traction Control και προσφέρει σιγουριά και ασφάλεια· και δεύτερον, ο συνδυασμός αυτός δίνει εύκολα τη δυνατότητα για προβλεπόμενα «παιχνίδια» με τον πίσω τροχό, όταν δοθεί η ευκαιρία σε ελεγχόμενο χώρο. Για την υποβοήθηση της πέδησης υπάρχει φυσικά σύστημα ABS, το οποίο ενεργοποιείται συχνά, όχι όμως με τρόπο που να ενοχλεί στο χειρισμό και να προξενεί ανησυχία. Η Guerilla μάλιστα επιτυγχάνει πολύ καλές επιδόσεις επιβράδυνσης, αφού χρειάζεται 41,5 μέτρα για να ακινητοποιηθεί από τα 100 χλμ/ώρα.