Το βασικό πλεονέκτημα, λοιπόν που έχει ο ηλεκτρονικός ψεκασμός έναντι του καρμπιρατέρ, είναι η ακριβής ρύθμιση της αναλογίας του καύσιμου μίγματος και μάλιστα συνεχώς, ώστε η καύση να είναι η καλύτερη δυνατή. Αντίθετα, τα καρμπιρατέρ ρυθμίζονται εξαρχής σε μια συγκεκριμένη αναλογία, η οποία δε μπορεί στη συνέχεια να μεταβληθεί ανάλογα με τις συνθήκες του περιβάλλοντος ή της οδήγησης. Το δεύτερο πλεονέκτημα του ψεκασμού προέρχεται από το πρώτο. Αφού υπάρχει καλύτερη καύση, επόμενο είναι να παρατηρείται και μεγαλύτερη απόδοση.
Πολύ μεγάλο πλεονέκτημα επίσης του ηλεκτρονικού ψεκασμού είναι η ευκολότερη ρύθμιση της μονάδας για διαφορετικές συνθήκες. Σε ένα τέτοιο σύστημα μπορεί να επιτευχθεί ρύθμιση για βροχή ή ξηρό περιβάλλον, για επιδόσεις ή οικονομική οδήγηση, για ιπποδύναμη ή ροπή, για οδήγηση σε μεγάλο υψόμετρο κτλ..
Ένα ακόμη πλεονέκτημα αφορά στην εκκίνηση της μοτοσικλέτας στο κρύο. Ένας κινητήρας που τροφοδοτείται από καρμπιρατέρ χρειάζεται το χρόνο του για να ζεσταθεί πριν ξεκινήσει, αφού το μίγμα είναι συμπυκνωμένο λόγω του κρύου και κολλά στα τοιχώματα. Τέτοια μοντέλα αναπληρώνουν, χάρη στο τσοκ, το οποίο προσθέτει καύσιμο στο μίγμα, για να αναπληρώσει για αυτό που έχει κολλήσει στα τοιχώματα. Από την άλλη, μια μοτοσικλέτα με σύστημα ηλεκτρονικού ψεκασμού δε χρειάζεται το τσοκ για να αναπληρώσει. Για το λόγο αυτό, υπάρχουν μέσα στο σύστημα οι αισθητήρες και ο ηλεκτρονικός εγκέφαλος.
Η αρχή λειτουργίας του ηλεκτρονικού ψεκασμού είναι η εξής: στον αυλό εισαγωγής της κυλινδροκεφαλής υπάρχει ένα ακροφύσιο. Αυτό ψεκάζει τη βενζίνη, η οποία αναμειγνύεται με τον αέρα που έχει αναρροφηθεί από το περιβάλλον, λόγω της κίνησης του εμβόλου. Εξαιτίας αυτού του ψεκασμού, η διασπορά της βενζίνης στον αέρα είναι πολύ καλή, για αυτό και η πλήρωση του κυλίνδρου με καύσιμο είναι αποτελεσματικότερη. Η αναλογία καυσίμου-αέρα ρυθμίζεται από το χρόνο που μένει ανοιχτό το ακροφύσιο, ψεκάζοντας καύσιμο. Αυτός ο χρόνος ορίζεται από την κεντρική ηλεκτρονική μονάδα. Στη μνήμη της υπάρχουν οι ιδανικές ρυθμίσεις για τις διαφορετικές συνθήκες τις οποίες επιλέγει, συγκρίνοντας τα δεδομένα που λαμβάνει από τους αισθητήρες που υπάρχουν πάνω στη μοτοσικλέτα.
Οι αισθητήρες αυτοί μετρούν συνήθως τις στροφές του κινητήρα, το άνοιγμα του γκαζιού, τη θερμοκρασία και την πυκνότητα του αέρα ή και ακριβώς τη μάζα του αέρα που εισάγεται στον κύλινδρο για να χρησιμοποιηθεί στην καύση. Τα πιο εξελιγμένα συστήματα χρησιμοποιούν και αισθητήρα τύπου λ, για να μετρούν και τα αποτελέσματα της καύσης, έτσι ώστε να ακολουθεί επαναρρύθμιση, στην περίπτωση που τα αρχικά δεδομένα δεν είναι επαρκή.
Το βασικό μειονέκτημα των συστημάτων ηλεκτρονικού ψεκασμού είναι το κόστος και η πολυπλοκότητα. Όσον αφορά στο πρώτο, αυτό γίνεται συχνά φανερό, όταν βλέπουμε το ίδιο μοντέλο (αυτό συμβαίνει συνήθως σε μικρά scooter ή παπιά) να κυκλοφορεί παράλληλα σε δύο εκδόσεις – μία με καρμπιρατέρ και μία με ψεκασμό. Η διαφορά στην τιμή τους γίνεται αισθητή σε αυτές τις περιπτώσεις.
Όσον αφορά στην πολυπλοκότητα, αυτή είναι αυτονόητη, αν συγκριθεί ο σχεδιασμός του συγκεκριμένου συστήματος με ένα καρμπιρατέρ. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στο σύστημα ηλεκτρονικού ψεκασμού δε μπορεί κάποιος να κάνει ρυθμίσεις μόνος του, όπως στο καρμπιρατέρ, αλλά πρέπει να απευθυνθεί σε μηχανικό.
Τι Bobber αγοράζω με λιγότερα από 5.000 ευρώ
Yamaha TMAX: Με νέα οθόνη 7 ιντσών και θερμαινόμενη σέλα
BMW S1000 και Μ1000: Ακόμα «πιο RR» το 2025
Kawasaki Z900: «Εξυπνότερο» με IMU και Ride-by-Wire
Η CFMOTO προχωράει στην παραγωγή του πρώτου της V4 1000 κυβικών σε συνεργασία με την KTM
KYMCO, Yadea και Voge: Νέα μοντέλα από την EICMA στην Ελλάδα μέσω της Mototrend
Gianneas Moto: Η απόλυτη λύση για την αποκατάσταση μετά από τρακάρισμα
QJMOTOR SRT 700SX: Off-Road χαρακτήρας με επώνυμα περιφερειακά
Πριν αγοράσεις μοτοσυκλέτα: Γιατί το mototriti είναι one stop shop ενημέρωσης 24/7
Αρχική Σελίδα | Sitemap | Επικοινωνία |
Copyright © 2024 - mototriti.gr