Το πρώτο Scrambler σχεδιάστηκε από τους αδελφούς Berliner, τους εισαγωγείς της Ducati στις Η.Π.Α. τη δεκαετία του 1960. Ήθελαν μια μοτοσικλέτα που να απευθύνεται στο γούστο των Αμερικανών αναβατών. Η δουλειά της σχεδίασης ανατέθηκε στο Renzo Neri, ο οποίος παρόλο που κατείχε τη θέση του Διευθυντή του Τεχνικού Τμήματος της εταιρείας, είχε «καλό χέρι». Το design για το ρεζερβουάρ, τη σέλα και τα φτερά είναι δικό του.
Το πρώτο Scrambler βγήκε στην παραγωγή το 1962 (εξού και το «Born Free, 1962 που αναγράφεται στην τάπα του ρεζερβουάρ), ενώ βελτιωνόταν συνεχώς έως το 1968, όταν εμφανίστηκαν τα αληθινά «long engine cover» Scrambler, ενώ ακολούθησαν οι εκδόσεις 250 και 350 κ.εκ., και το 1969 το 450. Τα πρώτα Scrambler περιελάμβαναν ορισμένες μοτοσικλέτες με δεσμοδρομικές κεφαλές, ενώ η παραγωγή σταμάτησε το 1975.
Πολλοί ήταν οι λόγοι που συνηγόρησαν στην τεράστια επιτυχία της μοτοσικλέτας. Πρώτα από όλα, αποτελούσε την ενσάρκωση του επαναστατικού, αντικομφορμιστικού πνεύματος της εποχής. Ταυτόχρονα, διέθετε ένα εξαιρετικό πλαίσιο, ικανό να τα βγάλει πέρα ακόμη και σε αγωνιστική χρήση σε πίστα. Είχε ένα κινητήρα άριστο για τη συγκεκριμένη χρήση, με δυνατές επιδόσεις, και άριστη θέση οδήγησης που έδινε καλό έλεγχο, χαρίζοντας παιχνιδιάρικο χαρακτήρα στη μοτοσικλέτα.
Τέλος, η μοτοσικλέτα χτύπαγε κόκκινο όσον αφορά στην εμφάνιση, δίνοντας πολλούς «cool factor» πόντους στον αναβάτη της. Design γεμάτο καμπύλες, σε μια μείξη κλασικού και σύγχρονου, ακόμα και στην πρώτη μορφή της μοτοσικλέτας, σε ένα μοντέλο που έχει αναγνωριστεί ως ο καρπός της συνάντησης μεταξύ των δύο σχολών μοτοσικλέτας, της ευρωπαϊκής και της αμερικάνικης. Μια μοτοσικλέτα που σημάδεψε την εποχή της, και έγινε ορόσημο για τη Ducati, με τον ίδιο τρόπο που θα γίνονταν αργότερα το 916 και το Monster.